ΕΘΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

ΑΡΧΙΚΗΝομοθεσίαΕΘΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

N.4808.2021 «Για την Προστασία της Εργασίας – Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής «Επιθεώρηση Εργασίας» – Κύρωση της Σύμβασης 190 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για την εξάλειψη της βίας και παρενόχλησης στον κόσμο της εργασίας – Κύρωση της Σύμβασης 187 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για τo Πλαίσιο Προώθησης της Ασφάλειας και της Υγείας στην Εργασία – Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1158 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Ιουνίου 2019 για την ισορροπία μεταξύ της επαγγελματικής και της ιδιωτικής ζωής, άλλες διατάξεις του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και λοιπές επείγουσες ρυθμίσεις»

Ν.4604 για την Ουσιαστική Ισότητα των Φύλων

Ν.4604 για την Ουσιαστική Ισότητα των Φύλων – Επίσημη Μετάφραση

Δημοσίευση σε ΦΕΚ του Νόμου 4604 για την προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων και την πρόληψη και καταπολέμηση της έμφυλης βίας

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ αριθ.1/2020: Οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων του Ν.4604/2019

Επικαιροποιημένη Κωδικοποίηση για τη Νομοθεσία της Ισότητας των Φύλων από τον Ιούλιο 2013

 

 

Η από 22/12/2023 με ΑΠ 112972 Απόφαση με θέμα «Καθορισμός των προϋποθέσεων, της διαδικασίας απονομής και της διάρκειας ισχύος του Σήματος Ισότητας σε επιχειρήσεις από τη Γενική Γραμματεία Ισότητας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας»(ΦΕΚ Β 7567 31/12/2023, ημερομηνία κυκλοφορίας 4-1-2024)

 

ΝΟΜΟΣ 4097/2012 ΦΕΚ 235/Α’/3-12-2012

«Εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών κατά την άσκηση αυτοτελούς επαγγελματικής δραστηριότητας − Εναρμόνιση της νομοθεσίας με την Οδηγία 2010/41/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου»

Σκοπός του παρόντος νόμου είναι η εναρμόνιση της νομοθεσίας με την Οδηγία 2010/41 /ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Ιουλίου 2010, (L.180/15.7.2010) προκειμένου να εξασφαλισθεί η εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών που ασκούν αυτοτελή επαγγελματική απασχόληση ή συμβάλλουν στην άσκηση τέτοιας απασχόλησης, και αφορά μεταξύ άλλων στα εξής:

–      Αρχή της ίσης μεταχείρισης, Προάσπιση των δικαιωμάτων και αποζημίωση ή αποκατάσταση

–      Παροχές μητρότητας

ΝΟΜΟΣ 4075/2012 (ΦΕΚ 89/Α’/11-4-2012):

Σύμφωνα με το Ν. 4075/2012 «Θέματα Κανονισμού Ασφάλισης ΙΚΑ − ΕΤΑΜ, Ασφαλιστικών Φορέων, προσαρμογή της νομοθεσίας στην Οδηγία 2010/18/ΕΕ και λοιπές διατάξεις» σχετικό κεφάλαιο ΣΤ΄ (Άρθρα 48 – 54) με τίτλο «ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2010/18/ΕΕ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 8ΗΣ ΜΑΡΤΙΟΥ 2010 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΜΕΝΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ − ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΓΟΝΙΚΗ ΑΔΕΙΑ ΠΟΥ ΣΥΝΗΦΘΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ BUSINESSEUROPE, UEAPME, CEEP ΚΑΙ ETUC ΚΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 96/34/EK» κατοχυρώνεται το δικαίωμα γονικής άδειας και καθορίζονται το πεδίο εφαρμογής και οι σχετικές προϋποθέσεις αναγνώρισης του, με στόχο την εναρμόνιση γονεϊκών και επαγγελματικών ευθυνών.

Ειδικότερα, το άρθρο 49 ορίζει ως προς το «πεδίο εφαρμογής» του:

«1. Οι διατάξεις των άρθρων 49 έως 55 του παρόντος Κεφαλαίου αφορούν στους εργαζόμενους γονείς και ορίζουν τις ελάχιστες απαιτήσεις για τη διευκόλυνση της εναρμόνισης των γονεϊκών και επαγγελματικών τους ευθυνών, λαμβάνοντας υπόψη την αυξανόμενη ποικιλομορφία των οικογενειακών δομών και την ανάγκη προώθησης της ισότητας των ευκαιριών και της μεταχείρισης ανδρών και γυναικών.

  1. Οι διατάξεις των άρθρων 49 έως 55 του παρόντος Κεφαλαίου εφαρμόζονται σε όλους τους εργαζόμενους γονείς, φυσικούς, θετούς ή ανάδοχους, που απασχολούνται στον ιδιωτικό, το δημόσιο τομέα, τα Ν.Π.Δ.Δ., τους Ο.Τ.Α. και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως οριοθετείται από τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (Α΄65), με οποιαδήποτε σχέση εργασίας ή μορφή απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένων των συμβάσεων μερικής απασχόλησης και ορισμένου χρόνου, των συμβάσεων ή σχέσεων μέσω επιχείρησης προσωρινής απασχόλησης, του άρθρου 115 του ν. 4052/2012 (Α΄41) και της έμμισθης εντολής, ανεξάρτητα από τη φύση των παρεχόμενων υπηρεσιών.

Το Άρθρο 50 «Γονική άδεια ανατροφής – Δικαιούχοι»  ορίζει ότι:

  1. Ο εργαζόμενος γονέας έχει δικαίωμα γονικής άδειας ανατροφής του παιδιού μέχρις ότου συμπληρώσει την ηλικία των έξι (6) ετών, με σκοπό την εκπλήρωση των ελάχιστων υποχρεώσεων ανατροφής προς αυτό.
  2. Για τη χορήγηση της γονικής άδειας ανατροφής οι εργαζόμενοι πρέπει να έχουν συμπληρώσει ένα (1) χρόνο συνεχόμενης ή διακεκομμένης εργασίας στον ίδιο εργοδότη, εκτός αν ορίζεται ευνοϊκότερα από ειδική διάταξη νόμων, διαταγμάτων, κανονισμών, Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, Διαιτητικών Αποφάσεων ή συμφωνιών εργοδοτών και εργαζομένων.
  3. Η γονική άδεια ανατροφής είναι άνευ αποδοχών, χορηγείται εγγράφως για περίοδο τουλάχιστον τεσσάρων (4) μηνών και αποτελεί ατομικό δικαίωμα κάθε γονέα, χωρίς δυνατότητα μεταβίβασης.
  4. Η γονική άδεια ανατροφής χορηγείται εφάπαξ ή τμηματικά, με βάση σχετική αίτηση του εργαζόμενου, όπου διευκρινίζεται η έναρξη και η λήξη της. Η γονική άδεια ανατροφής χορηγείται από τον εργοδότη με βάση τη σειρά προτεραιότητας των απασχολούμενων στην επιχείρηση για κάθε ημερολογιακό έτος….
  5. Αν υπάρχουν περισσότερα παιδιά, το δικαίωμα των γονέων είναι αυτοτελές για το καθένα από αυτά, εφόσον από τη λήξη της άδειας που δόθηκε για το προηγούμενο παιδί μεσολάβησε ένας (1) χρόνος πραγματικής απασχόλησης στον ίδιο εργοδότη, εκτός αν ορίζεται ευνοϊκότερα από ειδική διάταξη νόμων, διαταγμάτων, κανονισμών, Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, Διαιτητικών Αποφάσεων ή συμφωνιών εργοδοτών και εργαζομένων.
  6. Αν και οι δύο γονείς απασχολούνται στον ίδιο εργοδότη, αποφασίζουν με κοινή δήλωσή τους, κάθε φορά, ποιος από τους δύο θα κάνει πρώτος χρήση αυτού του δικαιώματος και για πόσο χρονικό διάστημα.

ΝΟΜΟΣ 3996/2011 (ΦΕΚ 170/Α’/5-8-2011):

Σύμφωνα με το άρθρο 36 του Ν. 3996/2011 «Αναμόρφωση του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας, ρυθμίσεις θεμάτων Κοινωνικής Ασφάλισης και άλλες διατάξεις», το οποίο αντικατέστησε την  παρ. 1 του άρθρου 15 του Ν. 1483/1984 (Α΄ 153):

«Απαγορεύεται και είναι απόλυτα άκυρη η καταγγελία της σύμβασης ή  σχέσης εργασίας εργαζόμενης από τον εργοδότη της, τόσο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της όσο και για το χρονικό διάστημα δεκαοκτώ (18) μηνών μετά τον τοκετό ή κατά την απουσία της για μεγαλύτερο χρόνο, λόγω ασθένειας που οφείλεται στην κύηση ή τον τοκετό, εκτός εάν υπάρχει σπουδαίος λόγος για καταγγελία. Η προστασία από την καταγγελία της σύμβασης ή σχέσης εργασίας ισχύει τόσο έναντι του εργοδότη, στον οποίο η τεκούσα προσλαμβάνεται, χωρίς να έχει προηγουμένως απασχοληθεί αλλού, πριν συμπληρώσει δεκαοκτώ (18) μήνες από τον τοκετό ή το μεγαλύτερο χρόνο που προβλέπεται στην παρούσα, όσο και έναντι του νέου εργοδότη, στον οποίο η τεκούσα προσλαμβάνεται και μέχρι τη συμπλήρωση των ανωτέρω χρόνων.

Ως σπουδαίος λόγος δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ενδεχόμενη μείωση της απόδοσης στην εργασία της εγκύου που οφείλεται στην εγκυμοσύνη».

ΝΟΜΟΣ 3896/2010 (ΦΕΚ 207/Α’/8-12-2010):

«Εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης − Εναρμόνιση της κείμενης νομοθεσίας με την Οδηγία 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006 και άλλες συναφείς διατάξεις»

Ειδικότερα ο νόμος 3896/2010 τροποποιεί τον νόμο 3488/2006 ρυθμίζοντας θέματα σχετικά με:

-την Ισότητα των αμοιβών μεταξύ γυναικών και ανδρών

-την ίση μεταχείριση στα επαγγελματικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης

-την ίση μεταχείριση σε σχέση με την πρόσβαση στην απασχόληση στην επαγγελματική εξέλιξη και κατάρτιση και τους όρους εργασίας

-μέτρα του εθνικού νομοθέτη για την εφαρμογή της αρχής των ισων ευκαιριών και της ισης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης

 

ΝΟΜΟΣ 3488/2006 (ΦΕΚ 191/Α’/11-9-2006):

 – Προώθηση της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στην πρόσβαση στην απασχόληση και στις εργασιακές σχέσεις

 – Καταπολέμηση της σεξουαλικής παρενόχλησης στους εργασιακούς χώρους.

Ο Ν. 3488/2006 «Εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών όσον αφορά στην πρόσβαση στην απασχόληση, στην επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση, στους όρους και στις συνθήκες εργασίας» ενσωματώνει την κοινοτική οδηγία 2002/73/ΕΚ. Η οδηγία 2002/73/ΕΚ τροποποιεί την οδηγία 76/207/ΕΟΚ για την ίση μεταχείριση των φύλων στην απασχόληση. Αναδιατυπώνονται δε όλες οι σχετικές με την ίση μεταχείριση οδηγίες με την υπ’ αριθμ. 2006/54/ΕΚ, η οποία πρόκειται να ενσωματωθεί στο ελληνικό δίκαιο. Ο Ν. 3488/2006, ο οποίος αντικαθιστά το Ν. 1414/1984, ορίζει για πρώτη φορά τη σεξουαλική παρενόχληση, την οποία και αντιμετωπίζει ως διάκριση λόγω φύλου στο χώρο εργασίας (άρθρο 4, παρ. 2) και ως  ποινικά κολάσιμη πράξη, θεσμοθετώντας ποινές (φυλάκιση από έξι (6) μήνες μέχρι τρία (3) χρόνια και χρηματική ποινή τουλάχιστον χιλίων (1.000) ευρώ, άρθρο 16, παρ. 4) και προβλέποντας αξίωση προς αποζημίωση του θύματος (άρθρο 16, παρ. 1). Επίσης θεσμοθετείται η σεξουαλική παρενόχληση και ως πειθαρχικό παράπτωμα (άρθρο 16, παρ. 3).

Απαγορεύεται η καταγγελία της σχέσης εργασίας α) για λόγους φύλου ή οικογενειακής κατάστασης, β) όταν συνιστά  εκδικητική συμπεριφορά εργοδότη ή στελεχών της επιχείρησης, λόγω μη ενδοτικότητας του εργαζόμενου σε σεξουαλική ή άλλη παρενόχληση σε βάρος του, γ) όταν γίνεται ως αντίδραση του εργοδότη εξαιτίας της μαρτυρίας ή οποιαδήποτε άλλης ενέργειας εργαζομένου ενώπιον δικαστηρίου ή άλλης αρχής (άρθρο 9).

Επίσης, καταργείται κάθε διάκριση μεταξύ ανδρών και γυναικών στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση. Ο εργοδότης δεν μπορεί να αρνηθεί την πρόσληψη γυναίκας λόγω εγκυμοσύνης ή πρόσφατου τοκετού ενώ η εργαζόμενη που έχει λάβει άδεια μητρότητας μετά το πέρας της άδειας αυτής να επιστρέψει στην εργασία του σε ισοδύναμη θέση με τους ίδιους επαγγελματικούς όρους και συνθήκες και να επωφεληθεί από οποιαδήποτε βελτίωση των συνθηκών εργασίας. Η προστασία αυτή ισχύει και για τους εργαζόμενους γονείς που κάνουν χρήση γονικής άδειας ανατροφής παιδιού. Τυχόν λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση γυναίκας λόγω εγκυμοσύνης ή μητρότητας, κατά την έννοια των Π.Δ. 176/1997 και 41/2003, ή γονέων λόγω γονικής άδειας ανατροφής ή λόγω άδειας φροντίδας παιδιού, συνιστά διάκριση λόγω φύλου (άρθρο 5).

Σε εναρμόνιση με την οδηγία 97/80/ΕΚ «σχετικά με το βάρος της αποδείξεως σε περιπτώσεις διακριτικής μεταχείρισης λόγω φύλου», η οποία μεταφέρθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το Π.Δ. 105/2003 (ΦΕΚ 96/Α’/23-4-2003), όταν ένα πρόσωπο ισχυρίζεται ότι υφίσταται μεταχείριση που ενέχει διάκριση λόγω φύλου, και επικαλείται, ενώπιον δικαστηρίου ή άλλης αρμόδιας αρχής, γεγονότα ή στοιχεία από τα οποία πιθανολογείται άμεση ή έμμεση διάκριση λόγω φύλου, ή ότι εκδηλώθηκε σεξουαλική ή άλλη παρενόχληση, ο εγκαλούμενος φέρει το βάρος να αποδείξει ότι δεν υπήρξε παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών. Η συγκεκριμένη ρύθμιση δεν ισχύει στην περίπτωση της ποινικής διαδικασίας, προκειμένου να μη θιγεί το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου (άρθρο 17).

Φορέας παρακολούθησης της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών ορίζεται ο Συνήγορος του Πολίτη, ο οποίος για τον ιδιωτικό τομέα θα συνεργάζεται με το Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας (ΣΕΠΕ) (άρθρο 13).

Ο Ν. 3488/2006 καταργεί και αντικαθιστά το Ν. 1414/84 (ΦΕΚ 25/Α’/2-2-1984) «Εφαρμογή της αρχής της ισότητας των φύλων στις εργασιακές σχέσεις και άλλες διατάξεις», εξαιρουμένων των κάτωθι διατάξεων:

–  Δικαιούχος των επιδομάτων γάμου είναι η οικογένεια και των επιδομάτων παιδιών τα παιδιά (άρθρο 4, παρ. 4).

– Τα επιδόματα γάμου και παιδιών που καθιερώνονται για πρώτη φορά και χορηγούνται στο εξής στο ακέραιο σε κάθε εργαζόμενο σύζυγο ή γονέα ανεξαρτήτως φύλου (άρθρο 4, παρ. 5).

–  Στη Δ/νση Όρων Εργασίας της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εργασίας συνιστάται «Τμήμα Ισότητας των Φύλων» (άρθρο 8, παρ. 1, α’ εδάφ.).

– Σε όλες τις Επιθεωρήσεις Εργασίας (Δ/νσεις, Τμήματα και Γραφεία) συνιστάται Γραφείο Ισότητας των Φύλων (άρθρο 8, παρ. 2, α’ εδάφ.).

– Συνιστάται στο Ανώτατο Συμβούλιο εργασίας της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εργασίας, ειδικό Τμήμα «Ισότητας των Φύλων» (άρθρο 9, παρ. 1, α’ εδάφ.).

Βάρος απόδειξης σε περιπτώσεις διακριτικής μεταχείρισης λόγω φύλου

Σύμφωνα με το Π.Δ. 105/2003 (ΦΕΚ 96/Α’/23-4-2003), που ενσωματώνει την κοινοτική οδηγία 97/80/ΕΚ, όταν ένα πρόσωπο ισχυρίζεται ότι βλάπτεται λόγω μη τήρησης της αρχής της ίσης μεταχείρισης λόγω φύλου και παρουσιάζει, ενώπιον δικαστηρίου, πραγματικά περιστατικά από τα οποία τεκμαίρεται η ύπαρξη άμεσης ή έμμεσης διάκρισης, επιβάλλεται στο άλλο μέρος να αποδείξει ότι δεν υπήρξε παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης.

Η συγκεκριμένη διάταξη δεν εφαρμόζεται σε διαδικασίες στις οποίες εναπόκειται στο δικαστήριο να ερευνήσει τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης.

Απαγόρευση απόλυσης εγκύου

Απαγορεύεται και είναι απόλυτα άκυρη η καταγγελία της σχέσης εργασίας εργαζόμενης από τον εργοδότη της, τόσο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της, όσο και για το χρονικό διάστημα ενός έτους μετά τον τοκετό ή κατά την απουσία της για μεγαλύτερο χρόνο, λόγω ασθένειας που οφείλεται στην κύηση ή τον τοκετό, εκτός εάν υπάρχει σπουδαίος λόγος για καταγγελία.

Ως σπουδαίος λόγος δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να θεωρηθεί ενδεχόμενη μείωση της απόδοσης της εργασίας της εγκύου που οφείλεται στην εγκυμοσύνη [άρθρο 15 του Ν. 1483/1984 & άρθρο 10 του Π.Δ. 176/1997].

Μέτρα για τη βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων

Με το Π.Δ. 176/1997 (ΦΕΚ 150/Α’/15-7-1997) «Μέτρα για τη βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων σε συμμόρφωση με την οδηγία 92/85/ΕΟΚ» προβλέπεται μεταξύ άλλων ότι:

Απαγόρευση έκθεσης εγκύου σε κίνδυνο. Για κάθε δραστηριότητα που ενδέχεται να εγκλείει συγκεκριμένο κίνδυνο έκθεσης των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων, ο εργοδότης οφείλει να διαθέτει γραπτή εκτίμηση των υφισταμένων κατά την εργασία κινδύνων. Στην εκτίμηση αυτή προσδιορίζεται η φύση, ο βαθμός και η διάρκεια της έκθεσης στον κίνδυνο ώστε να είναι δυνατό να αξιολογηθούν όλοι οι κίνδυνοι της ασφάλειας και της υγείας των εργαζόμενων γυναικών καθώς και κάθε επίπτωση στην εγκυμοσύνη ή τη γαλουχία τους στη συγκεκριμένη περίπτωση. Οι γυναίκες που ενδέχεται να βρεθούν σε τέτοια κατάσταση καθώς και εκπρόσωποι των εργαζομένων πρέπει να ενημερώνονται για τα αποτελέσματα αυτής της αξιολόγησης. Οι έγκυες, λεχώνες και γαλουχούσες εργαζόμενες δεν είναι υποχρεωμένες να εκτελέσουν δραστηριότητες για τις οποίες η αξιολόγηση έχει δείξει ότι συνεπάγονται ενδεχόμενο κίνδυνο για την ασφάλεια και την υγεία τους. Αυτή η περίπτωση αντιμετωπίζεται με μόνιμη ή προσωρινή προσαρμογή των συνθηκών εργασίας ή του χρόνου εργασίας, με αλλαγή θέσης της εργαζόμενης ή απαλλαγή από την εργασία (άρθρα 3-6).

Μετακίνηση εγκύου σε θέση ημέρας. Οι εργαζόμενες γυναίκες σ’ όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και για ένα χρόνο μετά τον τοκετό, με πλήρη ή μερική απασχόληση τη νύχτα, μετακινούνται σε αντίστοιχη θέση ημέρας, εφόσον υποβάλλουν ιατρικό πιστοποιητικό που βεβαιώνει την ανάγκη λήψης του μέτρου για λόγους που αφορούν την ασφάλεια και την υγεία τους. Σε περίπτωση που η μετακίνηση είναι τεχνικά ή και αντικειμενικά αδύνατη, απαλλάσσονται από την εργασία (άρθρο 7).

Απαλλαγή από την εργασία για προγεννητικές εξετάσεις. Οι έγκυες εργαζόμενες απαλλάσσονται από την εργασία, χωρίς περικοπή αποδοχών, για να υποβάλλονται σε εξετάσεις προγεννητικού ελέγχου, εφόσον αυτές οι εξετάσεις πρέπει να γίνουν στη διάρκεια του χρόνου εργασίας (άρθρο 9).

Με το Π.Δ. 41/2003 (ΦΕΚ 44/Α’/21-2-2003) «Μέτρα για τη βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων» συμπληρώθηκαν οι διατάξεις του Π.Δ. 176/1997 σε εναρμόνιση με την Οδηγία 92/85/ΕΟΚ ως ακολούθως:

– Επεκτείνεται η εφαρμογή του και στο ένστολο προσωπικό των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας και στο οικιακό υπηρετικό προσωπικό.

– Συμπληρώνονται οι ορισμοί του άρθρου 2 του Π.Δ. 176/1997 για την εφαρμογή του διατάγματος και στη λήψη θετικών μέτρων από τον εργοδότη για την έγκυο, λεχώνα και γαλουχούσα εργαζόμενη

– Αντικαθίσταται το άρθρο 11 του Π.Δ. 176/1997 έτσι ώστε σε περιπτώσεις απαλλαγής εγκύου από την εργασία λόγω συνθηκών εργασίας, όπως προβλέπεται από τα άρθρα 5, 6 και 7 του παραπάνω Π.Δ., ο φορέας ασθένειας οφείλει να καταβάλλει στην ασφαλισμένη «ειδικό επίδομα μητρότητας» για όλο το διάστημα της απουσίας της.

Εάν από την νομοθεσία που διέπει τον φορέα ασθένειας δεν προβλέπεται η χορήγηση επιδομάτων λόγω αποχής από την εργασία, «ειδικό επίδομα μητρότητας» καταβάλει στην εργαζόμενη ο ίδιος ο εργοδότης.

Χορήγηση άδειας παραμονής και άδειας εργασίας σε θύματα trafficking.

Σύμφωνα με το Κεφάλαιο Θ΄ (Άρθρο 46–52) του Ν. 3386/2005 (ΦΕΚ 212/Α’/23-8-2005) «Είσοδος, διαμονή και κοινωνική ένταξη υπηκόων τρίτων χωρών στην ελληνική επικράτεια» σε υπήκοο τρίτης χώρας που έχει χαρακτηρισθεί θύμα εμπορίας ανθρώπων με πράξη του αρμόδιου Εισαγγελέα χορηγείται άδεια διαμονής διάρκειας δώδεκα μηνών εφόσον συνεργάζεται στην καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, η οποία ανανεώνεται κάθε φορά για ισόχρονο διάστημα προς διευκόλυνση της διενεργούμενης έρευνας ή της ποινικής διαδικασίας. Η άδεια παραμονής διασφαλίζει πρόσβαση στην αγορά εργασίας και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΣ / -Η ΣΤΟΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ

Άδεια μητρότητας (κυοφορίας – λοχείας)

Η μητέρα εργαζόμενη δικαιούται άδεια μητρότητας (τοκετού και λοχείας) διάρκειας 17 εβδομάδων. Οι 8 εβδομάδες χορηγούνται υποχρεωτικά πριν την πιθανή ημερομηνία τοκετού, και οι υπόλοιπες 9 μετά τον τοκετό [ΕΓΣΣΕ 2004-5, άρθρο 8].

Σε περίπτωση που ο τοκετός πραγματοποιηθεί σε προγενέστερη από την πιθανή ημερομηνία, το υπόλοιπο της άδειας χορηγείται μετά τον τοκετό, ώστε να συμπληρωθούν οι 17 εβδομάδες [άρθρο 7 της ΕΓΣΣΕ 2000-1 που κυρώθηκε με το άρθρο 11 του Ν. 2874/2000 (ΦΕΚ 286/Α’/29-12-2000)]. Σε περίπτωση δε που ο τοκετός πραγματοποιηθεί σε χρόνο μεταγενέστερο απ’ αυτόν που είχε υπολογισθεί, τότε η άδεια των 8 εβδομάδων πριν τον τοκετό παρατείνεται ανάλογα, χωρίς η παράταση αυτή να επηρεάζει το χρόνο της μετά τον τοκετό άδειας (λοχείας) που παραμένει πάντοτε 9 εβδομάδες (Εγκ. Ι.Κ.Α. 15/31-1-12001 και έγγραφο Ο.Α.Ε.Δ. Β10477ΟΙ01).

Η εργαζόμενη που έχει λάβει άδεια μητρότητας δικαιούται, μετά το πέρας της άδειας αυτής, να επιστρέψει στη θέση εργασίας της ή σε ισοδύναμη θέση, με τους ίδιους επαγγελματικούς όρους και συνθήκες, και να επωφεληθεί από οποιαδήποτε βελτίωση των συνθηκών εργασίας, την οποία θα εδικαιούτο κατά την απουσία της [άρθρο 5, Ν. 3488/2006].

Άδεια φροντίδας παιδιού (μειωμένο ωράριο)

Οι μητέρες εργαζόμενες δικαιούνται, για χρονικό διάστημα τριάντα (30) μηνών από τη λήξη της άδειας τοκετού, είτε να προσέρχονται αργότερα, είτε να αποχωρούν νωρίτερα από την εργασία τους κατά μια (1) ώρα κάθε ημέρα.

Εναλλακτικά, με συμφωνία του εργοδότη, το ημερήσιο ωράριο των μητέρων μπορεί να ορίζεται μειωμένο κατά δύο (2) ώρες ημερησίως για τους πρώτους 12 μήνες και κατά μια (1) ώρα για έξι (6) επιπλέον μήνες.

Την άδεια απουσίας για λόγους φροντίδας του παιδιού δικαιούται και ο πατέρας εφόσον δεν κάνει χρήση αυτής η εργαζόμενη μητέρα, προσκομίζοντας στον εργοδότη του σχετική βεβαίωση του εργοδότη της μητέρας του παιδιού.

Το δικαίωμα καθυστερημένης προσέλευσης ή πρόωρης αποχώρησης της μητέρας και εναλλακτικά του πατέρα για τη φροντίδα του παιδιού έχουν και οι θετοί γονείς παιδιού ηλικίας ως έξι (6) ετών, υπό τους ίδιους ως άνω όρους των φυσικών γονέων και χρονική αφετηρία την υιοθεσία.

Την άδεια φροντίδας παιδιού δικαιούνται και οι άγαμοι γονείς.

Η άδεια φροντίδας του παιδιού, θεωρείται και αμείβεται ως χρόνος εργασίας και δεν πρέπει να προκαλεί δυσμενέστερες συνθήκες στην απασχόληση και στις εργασιακές σχέσεις [άρθρο 6, ΕΓΣΣΕ 2002-3 & άρθρο 5, Ν. 3488/2006].

Εναλλακτική χρήση του μειωμένου ωραρίου ως άδειας για φροντίδα του παιδιού.

Το μειωμένο ωράριο («άδεια») θηλασμού και φροντίδας παιδιών δικαιούται ο/η εργαζόμενος/-η με αίτησή του/της να το ζητήσει εναλλακτικά ως συνεχόμενη ισόχρονη άδεια με αποδοχές, εντός της χρονικής περιόδου κατά την οποία δικαιούται μειωμένου ωραρίου για τη φροντίδα του παιδιού.

Η εναλλακτική χορήγηση της άδειας προϋποθέτει συμφωνία του εργοδότη και χορηγείται εφάπαξ ή τμηματικά [άρθρο 9, ΕΓΣΣΕ 2004-5].

Άδεια φροντίδας υιοθετημένων παιδιών

Το δικαίωμα διακοπής της εργασίας ή καθυστερημένης προσέλευσης ή πρόωρης αποχώρησης της μητέρας και εναλλακτικά του πατέρα για τη φροντίδα των παιδιών έχουν και οι θετοί γονείς παιδιών ηλικίας έως έξι (6) ετών [άρθρο 8, ΕΓΣΣΕ 2000-1].

Ειδική άδεια προστασίας μητρότητας

Με το άρθρο 142 του Ν. 3655/2008 (ΦΕΚ 58/Α’/3-4-2008) «Διοικητική και οργανωτική μεταρρύθμιση του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης και λοιπές ασφαλιστικές διατάξεις») η εργαζόμενη μητέρα που είναι ασφαλισμένη του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, μετά την άδεια λοχείας και της ισόχρονης προς το μειωμένο ωράριο άδειας δικαιούται να λάβει ειδική άδεια προστασίας μητρότητας έξι (6) μηνών.

Κατά τη διάρκεια της ως άνω ειδικής άδειας, ο ΟΑΕΔ υποχρεούται να καταβάλλει στην εργαζόμενη μητέρα μηνιαίως ποσό ίσο με τον κατώτατο μισθό, όπως κάθε φορά καθορίζεται με βάση την ΕΓΣΣΕ, καθώς και αναλογία δώρων εορτών και επιδόματος αδείας με βάση το προαναφερόμενο ποσό.

Σε περίπτωση απασχόλησης μέχρι και 4 ώρες ημερησίως ή μέχρι 13 ημέρες το μήνα, κατά τη διάρκεια του εξαμήνου, που προηγείται της άδειας κυοφορίας, το καταβαλλόμενο από τον ΟΑΕΔ ποσό ισούται με το μισό του καθοριζόμενου ανωτέρω. [βλ. Απόφαση αριθμ. 33891/606 (ΦΕΚ 833/Β’/9-5-08) Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας].

Άδεια φροντίδας παιδιού σε περίπτωση παρένθετης μητρότητας

Σε περίπτωση απόκτησης παιδιού με τη διαδικασία της παρένθετης μητρότητας οι αποκτώντες γονείς δικαιούνται τις άδειες που αφορούν τη φροντίδα και την ανατροφή του παιδιού, ως εάν ήσαν φυσικοί γονείς. Κατά την διάρκεια του θηλασμού, το μειωμένο ωράριο δικαιούνται η γυναίκα που γέννησε και η αποκτώσα μητέρα [παρ. γ, άρθρο 7, ΕΓΣΣΕ 2006-7].

Άδεια (μετά αποδοχών) μονογονέα εργαζόμενου

Στους εργαζόμενους/-ες, που έχουν χηρέψει και στον άγαμο γονέα, που έχει την επιμέλεια του παιδιού, χορηγείται άδεια με αποδοχές έξι (6) εργάσιμων ημερών το χρόνο, πέραν αυτής που δικαιούται από άλλες διατάξεις. Γονέας με τρία (3) παιδιά ή περισσότερα, δικαιούται άδεια οκτώ (8) εργάσιμων ημερών.

Η άδεια αυτή χορηγείται λόγω αυξημένων αναγκών φροντίδας παιδιών ηλικίας μέχρι δώδεκα (12) ετών συμπληρωμένων, χορηγείται εφάπαξ ή τμηματικά μετά από συνεννόηση με τον εργοδότη, σύμφωνα με τις ανάγκες του γονέα και δεν πρέπει να συμπίπτει χρονικά με την αρχή ή το τέλος της ετήσιας κανονικής άδειας [άρθρο 7, ΕΓΣΣΕ 2002-3].

Γονική άδεια ανατροφής (άνευ αποδοχών).

Ο εργαζόμενος γονέας που έχει συμπληρώσει ένα (1) χρόνο εργασίας στον ίδιο εργοδότη δικαιούται να λάβει γονική άδεια ανατροφής του παιδιού, στο χρονικό διάστημα από τη λήξη της άδειας μητρότητας μέχρις ότου το παιδί συμπληρώσει ηλικία τριών και μισό (3 ½) ετών. Η άδεια αυτή είναι χωρίς αποδοχές, η διάρκειά της μπορεί να φτάσει τους τρεις και μισό (3 ½) μήνες για κάθε γονέα και δίνεται από τον εργοδότη, με βάση τη σειρά προτεραιότητας των απασχολουμένων στην επιχείρηση για κάθε ημερολογιακό έτος.

Δικαίωμα γονικής άδειας ανατροφής έχουν και εργαζόμενοι που έχουν υιοθετήσει παιδί.

Σε περίπτωση ύπαρξης περισσοτέρων παιδιών, το δικαίωμα των γονέων είναι αυτοτελές για το καθένα από αυτά, εφόσον από τη λήξη της άδειας που δόθηκε για το προηγούμενο παιδί μεσολάβησε ένας (1) χρόνος πραγματικής απασχόλησης στον ίδιο εργοδότη.

Αν και οι δύο γονείς δικαιούται γονική άδεια ανατροφής, αποφασίζουν με κοινή συμφωνία, κάθε φορά, ποιος από τους δύο θα κάνει πρώτος χρήση αυτού του δικαιώματος και για πόσο χρονικό διάστημα.

Σε περίπτωση διάστασης ή διαζυγίου ή χηρείας ή γέννησης τέκνου εκτός γάμου η διάρκεια της γονικής άδειας μπορεί να φτάσει τους έξι (6) μήνες και δικαιούται ο γονέας που έχει την επιμέλεια του παιδιού.

Μετά τη λήξη της γονικής άδειας ανατροφής ο/η εργαζόμενος/-η δικαιούται να επανέλθει στην εργασία του/της, στην ίδια ή σε παρόμοια θέση, η οποία δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να είναι κατώτερη από αυτήν που είχε πριν λάβει τη γονική άδεια ανατροφής [άρθρο 5 του Ν. 1483/1984 & άρθρο 5, Ν. 3488/2006].

Η καταγγελία της σύμβασης εργασίας, που γίνεται εξαιτίας της άσκησης του δικαιώματος για λήψη γονικής άδειας ανατροφής είναι άκυρη [άρθρο 25, Ν. 2639/1998].

Ο εργαζόμενος γονέας (μητέρα ή πατέρας), που λαμβάνει γονική άδεια ανατροφής, έχει, κατά το χρονικό διάστημα της απουσίας από την εργασία του, πλήρη, ασφαλιστική κάλυψη από τον ασφαλιστικό του φορέα, υποχρεούται όμως, να καταβάλει ολόκληρη την ασφαλιστική εισφορά, εργατική και εργοδοτική, που αντιστοιχεί σ’ αυτό το διάστημα. Ο χρόνος της γονικής άδειας ανατροφής λαμβάνεται υπόψη τόσο για τη θεμελίωση του ασφαλιστικού δικαιώματος όσο και για την προσαύξηση του ποσού της σύνταξης [άρθρο 6 του Ν. 1483/1984, άρθρο 5 του Ν. 2335/1995, Εγκ. ΙΚΑ 90/1995].

Συμφιλίωση επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής των αναδόχων γονέων

Σύμφωνα με το άρθρο 6 της ΕΓΣΣΕ 2008-2009 όλες οι διατάξεις των Εθνικών Συλλογικών  Συμβάσεων Εργασίας (Ε.Γ.Σ.Σ.Ε.) και Διαιτητικών Αποφάσεων (Δ.Α.) που είναι σε ισχύ και αφορούν στην προστασία της οικογένειας και στη διευκόλυνση των εργαζομένων, που είναι φυσικοί ή θετοί γονείς, εφαρμόζονται αναλόγως και στους αναδόχους γονείς.

Στήριξη Οικογένειας και ενίσχυση γυναικείας απασχόλησης [άρθρο 7, ΕΓΣΣΕ 2006-7]

Με στόχο την ενίσχυση της γυναικείας απασχόλησης και τη διευκόλυνση των επαγγελματικών και οικογενειακών υποχρεώσεων των εργαζομένων, το άρθρο 7 της ΕΓΣΣΕ των ετών 2006 και 2007 προβλέπει τα εξής:

Α) την προώθηση νομοθετικής ρύθμισης για την καταβολή από το Διανεμητικό Λογαριασμό Οικογενειακών Επιδομάτων Μισθωτών (ΔΛOEΜ) του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη στις εργαζόμενες και στους εργαζόμενους που λαμβάνουν την γονική άδεια ανατροφής του άρθρου 5 Ν.1483/1984, όπως εκάστοτε ισχύει, και των ασφαλιστικών εισφορών στους οικείους οργανισμούς κοινωνικών ασφαλίσεων.

Η γονική άδεια ανατροφής (η οποία σήμερα χορηγείται στο γονέα χωρίς αποδοχές) είναι μέχρι τρεισήμισι (3,5) μήνες και δίνεται μέχρι το παιδί να γίνει τρεισήμισι (3,5) χρόνων.

  1. B) την προώθηση μέσω του Λογαριασμού για την Απασχόληση και την Επαγγελματική Κατάρτιση (ΛΑΕΚ) δράσεων για την διευκόλυνση της αναπλήρωσης, με ανέργους, εργαζομένων γυναικών κατά το χρόνο απουσίας από την εργασία τους με άδεια κύησης και λοχείας.

Άδεια γάμου και γέννησης τέκνου

Οι εργαζόμενοι δικαιούνται άδεια γάμου πέντε (5) εργάσιμων ημερών εάν εργάζονται πενθήμερο και έξι (6) εργάσιμων ημερών εάν εργάζονται εξαήμερο.

Σε περίπτωση γέννησης τέκνου ο εργαζόμενος πατέρας δικαιούται δύο (2) ημέρες άδεια με αποδοχές [άρθρο 10, ΕΓΣΣΕ 2001-2].

Οι άδειες αυτές είναι πρόσθετες και δεν συμψηφίζονται με τις ημέρες κανονικής άδειας.

Άδεια απουσίας για ασθένεια εξαρτώμενων μελών

Σύμφωνα με το άρθρο 7 του Ν.1483/1984 (ΦΕΚ 153/Α’/8-10-1984), οι εργαζόμενοι δικαιούνται, σε περίπτωση ασθένειας εξαρτώμενων παιδιών ή άλλων μελών της οικογένειας, όπως αυτά προσδιορίζονται από το άρθρο 2 του ιδίου νόμου, να λαμβάνουν με αίτησή τους, άδεια χωρίς αποδοχές μέχρι έξι (6) εργάσιμες ημέρες κάθε ημερολογιακό έτος, από τον εργοδότη τους. Η άδεια αυτή είναι δυνατό να χορηγείται εφάπαξ ή τμηματικά και αυξάνεται σε οκτώ (8) εργάσιμες ημέρες, εάν ο/η δικαιούχος προστατεύει δύο παιδιά και σε δέκα (14) εργάσιμες ημέρες, εάν προστατεύει τρία (3) παιδιά και πάνω [άρθρο 5, ΕΓΣΣΕ 2008-9].

Σε περίπτωση που οι δικαιούχοι είναι σύζυγοι, η άδεια αυτή χορηγείται στον καθένα από αυτούς χωριστά.

Με το άρθρο 22 του Ν. 3488/2006 (ΦΕΚ 191/Α’/11-9-2006) η παραπάνω άδεια απουσίας επεκτείνεται και στους μερικώς απασχολούμενους.

Μειωμένο ωράριο γονέων με παιδιά που έχουν ειδικά προβλήματα.

Σύμφωνα με το άρθρο 8 του Ν. 1483/1984 (ΦΕΚ 153/Α’/8-10-1984), οι γονείς που εργάζονται σε επιχείρηση ή εκμετάλλευση που απασχολεί τουλάχιστον πενήντα (50) άτομα και έχουν παιδιά (ανεξαρτήτως ηλικίας) με πνευματική, ψυχική ή σωματική αναπηρία, μπορούν να ζητήσουν να μειωθεί το ωράριο εργασίας τους κατά μια (1) ώρα την ημέρα, με ανάλογη περικοπή των αποδοχών τους.

Άδεια γονέα για παιδί με νόσημα που απαιτεί μεταγγίσεις αίματος και παραγώγων του ή αιμοκάθαρση.

Στους φυσικούς ή θετούς γονείς παιδιού ηλικίας ως δέκα έξι (16) ετών συμπληρωμένων, το οποίο πάσχει από νόσημα που απαιτεί μεταγγίσεις αίματος και παραγώγων του ή αιμοκάθαρση, χορηγείται πρόσθετη άδεια δέκα (10) εργάσιμων ημερών ετησίως. Η άδεια αυτή είναι με αποδοχές και χορηγείται και στους δύο γονείς επιπλέον της άδειας που δικαιούνται από άλλες διατάξεις [άρθρο 12, ΕΓΣΣΕ 2004-5].

Άδεια απουσίας για παρακολούθηση σχολικής επίδοσης τέκνου

Για κάθε παιδί ηλικίας μέχρι 16 ετών που είναι μαθητής (-τρια), οι εργαζόμενοι γονείς δικαιούνται να απουσιάζουν, χωρίς περικοπή των αποδοχών τους και μετά από άδεια του εργοδότη, ορισμένες ώρες ή ολόκληρη την ημέρα από την εργασία τους, μέχρι τη συμπλήρωση τεσσάρων (4) εργάσιμων ημερών κάθε ημερολογιακό έτος, συνολικά και για τους δύο γονείς, προκειμένου να παρακολουθήσουν τη σχολική επίδοση του παιδιού (άρθρο 4, ΕΓΣΣΕ 2008-9].

Την παραπάνω άδεια δικαιούνται και οι εργαζόμενοι γονείς με παιδιά στο νηπιαγωγείο. Η άδεια αυτή είναι με αποδοχές και πρέπει να χορηγείται τμηματικά και ποτέ για περισσότερο από μια εργαζόμενη μέρα κάθε φορά. Δεν συμψηφίζεται με άλλες άδειες.

Η άδεια απουσίας χορηγείται στον έναν από τους δύο γονείς. Αν και οι δύο γονείς είναι εργαζόμενοι, αποφασίζουν με κοινή συμφωνία, κάθε φορά, ποιος από τους δύο θα κάνει χρήση αυτού του δικαιώματος και για πόσο χρονικό διάστημα, που πάντως δεν μπορεί συνολικά και για τους δύο γονείς να υπερβαίνει τη διάρκεια των τεσσάρων (4) ημερών για κάθε παιδί [άρθρο 9 του Ν. 1483/1984 (ΦΕΚ 153/Α’/8-10-1984)].

Με το άρθρο 22 του Ν. 3488/2006 (ΦΕΚ 191/Α’/11-9-2006) η παραπάνω άδεια απουσίας επεκτείνεται και στους μερικώς απασχολούμενους.

Άδεια λόγω θανάτου συγγενούς.

Στους εργαζόμενους/-ες με εξαρτημένη σχέση εργασίας χορηγείται άδεια δύο (2) ημερών με αποδοχές σε περίπτωση θανάτου συζύγου, τέκνων, γονέων και αδελφών [άρθρο 9, ΕΓΣΣΕ 2002-3].

Προγραμματισμός αδειών.

Οι εργοδότες, οι οποίοι απασχολούν γονείς παιδιών μέχρι 16 ετών ή παιδιά που είναι πάνω από 16 ετών με βαριά ή χρόνια ασθένεια ή αναπηρία, υποχρεούνται κατά τον προγραμματισμό του χρόνου χορήγησης των ετήσιων αδειών να λαμβάνουν υπόψη τους τις ανάγκες των παραπάνω εργαζομένων [άρθρο 12 του Ν. 1483/1984 (ΦΕΚ 153/Α’/8-10-1984)].

Βρεφοπαιδοκομικοί σταθμοί

Βιομηχανικές επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις με προσωπικό πάνω από τριακόσια (300) άτομα υποχρεούνται κατά την ανέγερση των κτιριακών τους εγκαταστάσεων να προβλέπουν επαρκή και κατάλληλο χώρο για τη στέγαση βρεφοπαιδοκομικού σταθμού, που να καλύπτει τις ανάγκες των εργαζομένων σ’ αυτές [άρθρο 11 του Ν. 1483/1984 (ΦΕΚ 153/Α’/8-10-1984)].

Χορήγηση επιδόματος γάμου στους μονογονείς εργαζόμενους.

Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 20 του Ν. 1849/1989 (ΦΕΚ 113/Α’/8-5-1989) το προβλεπόμενο από την Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. επίδομα γάμου χορηγείται και στους άγαμους, ευρισκόμενους σε κατάσταση χηρείας και διαζευγμένους εργαζόμενους γονείς.

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΣ / -Η ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΤΟΜΕΑ

Άδεια μητρότητας (κυοφορίας-λοχείας)

Στις υπαλλήλους οι οποίες κυοφορούν, χορηγείται άδεια μητρότητας με πλήρεις αποδοχές δύο (2) μήνες πριν και τρεις (3) μήνες μετά τον τοκετό. Σε περίπτωση απόκτησης τέκνου πέραν του 3ου, η μετά τον τοκετό άδεια προσαυξάνεται κάθε φορά κατά δύο (2) μήνες. Η άδεια λόγω κυοφορίας χορηγείται ύστερα από βεβαίωση του θεράποντος ιατρού για τον πιθανολογούμενο χρόνο τοκετού.

Όταν ο τοκετός πραγματοποιείται σε χρόνο μεταγενέστερο από αυτόν που είχε πιθανολογηθεί αρχικά, η άδεια που είχε χορηγηθεί, παρατείνεται μέχρι την πραγματική ημερομηνία του τοκετού, χωρίς αυτή η παράταση να συνεπάγεται αντίστοιχη μείωση του χρόνου της άδειας που χορηγείται μετά τον τοκετό. Όταν ο τοκετός πραγματοποιηθεί σε χρόνο προγενέστερο από αυτόν που είχε αρχικά πιθανολογηθεί, το υπόλοιπο της άδειας χορηγείται μετά τον τοκετό, ώστε να εξασφαλιστεί συνολικός χρόνος άδειας πέντε (5) μηνών.

Σε κυοφορούσες υπαλλήλους που έχουν ανάγκη ειδικής θεραπείας, μετά την εξάντληση της αναρρωτικής άδειας με αποδοχές, χορηγείται κανονική άδεια κυοφορίας με αποδοχές, μετά από βεβαίωση θεράποντος ιατρού και διευθυντή γυναικολογικής ή μαιευτικής κλινικής ή τμήματος δημόσιου νοσηλευτικού ιδρύματος.

Στις υπαλλήλους που υιοθετούν τέκνο, χορηγείται άδεια τριών (3) μηνών με πλήρεις αποδοχές εντός του πρώτου εξαμήνου μετά την περαίωση της διαδικασίας της υιοθεσίας, εφόσον το υιοθετημένο τέκνο είναι ηλικίας έως έξι (6) ετών. Ένας μήνας από την άδεια αυτή μπορεί να καλύπτει απουσία της υπαλλήλου κατά το προ της υιοθεσίας διάστημα [Άρθρο 52 του Υ.Κ. (Ν. 3528/2007) & άρθρο 59 του ΚΚΔΚΥ (Ν. 3584/2007)].

Η εργαζόμενη που έχει λάβει άδεια μητρότητας δικαιούται, μετά το πέρας της άδειας αυτής, να επιστρέψει στη θέση εργασίας της ή σε ισοδύναμη θέση, με τους ίδιους επαγγελματικούς όρους και συνθήκες, και να επωφεληθεί από οποιαδήποτε βελτίωση των συνθηκών εργασίας, την οποία θα εδικαιούτο κατά την απουσία της [άρθρο 5, Ν. 3488/2006].

Χορήγηση της άδειας κύησης και λοχείας στην περίπτωση θανάτου του νεογνού: Σε περίπτωση απώλειας του εμβρύου μέχρι την 24η εβδομάδα της εγκυμοσύνης πρέπει να χορηγείται στην γυναίκα υπάλληλο αναρρωτική άδεια σύμφωνα με τη σύσταση του θεράποντος ιατρού και τη διαδικασία που προβλέπεται από τις σχετικές διατάξεις του ΥΚ και του ΚΚΔΚΥ.

Σε περίπτωση πρώιμου ή πρόωρου τοκετού που πραγματοποιείται μετά την 24η εβδομάδα της εγκυμοσύνης και πριν την έναρξη της άδειας κύησης πρέπει να χορηγείται η τρίμηνη άδεια λοχείας ανεξάρτητα από την έκβαση του εμβρύου.

Τέλος, η απώλεια του νεογνού που πραγματοποιείται μετά την έναρξη της άδειας μητρότητας (κύησης και λοχείας) δεν επηρεάζει τη συνολική πεντάμηνη διάρκεια αυτής [ΔΙΔΑΔ/Φ.51/590/οικ. 14346/29-5-2008 του ΥΠ.ΕΣ.].

Διευκολύνσεις υπαλλήλων με οικογενειακές υποχρεώσεις

Μειωμένο ωράριο ή άδεια ανατροφής με αποδοχές

Ο χρόνος εργασίας του γονέα υπαλλήλου μειώνεται κατά δύο (2) ώρες ημερησίως εφόσον έχει τέκνα ηλικίας έως δύο (2) ετών και κατά μία (1) ώρα, εφόσον έχει τέκνα ηλικίας από δύο (2) έως τεσσάρων (4) ετών.

Ο γονέας υπάλληλος δικαιούται εννέα (9) μήνες άδεια με αποδοχές για ανατροφή παιδιού, εφόσον δεν κάνει χρήση του μειωμένου ωραρίου.

Για το γονέα που είναι άγαμος ή χήρος ή διαζευγμένος ή έχει αναπηρία 67% και άνω, το κατά μία ώρα μειωμένο ωράριο του πρώτου εδαφίου ή η άδεια του προηγούμενου εδαφίου προσαυξάνονται κατά έξι (6) μήνες ή ένα (1) μήνα αντίστοιχα.

Στην περίπτωση γέννησης 4ου τέκνου, το μειωμένο ωράριο εργασίας παρατείνεται για δύο (2) ακόμα έτη. Επισημαίνεται ότι η εν λόγω παράταση αφορά αποκλειστικά τη διευκόλυνση του μειωμένου ωραρίου και ως εκ τούτου δεν επιτρέπεται να χορηγηθεί ως συνεχόμενη άδεια ανατροφής [ΔΙΔΑΔ/Φ.51/538/οικ. 12254/14-5-2007 του ΥΠ.ΕΣ.].

Αν και οι δύο γονείς είναι υπάλληλοι, με κοινή τους δήλωση που κατατίθεται στις υπηρεσίες τους καθορίζεται ποιος από τους δύο θα κάνει χρήση του μειωμένου ωραρίου ή της άδειας ανατροφής, εκτός αν με την ανωτέρω κοινή τους δήλωση καθορίσουν χρονικά διαστήματα που ο καθένας θα κάνει χρήση, αλλά πάντοτε διαδοχικώς και μέσα στα χρονικά όρια που ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 53 του ΥΚ & την παρ. 2 του άρθρου 60 του ΚΚΔΚΥ . Αλλαγή της δήλωσης επιτρέπεται να γίνεται άπαξ και μόνο για ιδιαίτερα σημαντικούς λόγους [ΔΙΔΑΔ/Φ.51/538/οικ. 12254/14-5-2007 του ΥΠ.ΕΣ.].

Αν η σύζυγος του υπαλλήλου ή ο σύζυγος της υπαλλήλου εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα, εφόσον δικαιούται όμοιων ολικώς ή μερικώς διευκολύνσεων, ο σύζυγος ή η σύζυγος υπάλληλος δικαιούται να κάνει χρήση των παραπάνω διευκολύνσεων κατά το μέρος που η σύζυγος αυτού ή ο σύζυγος αυτής δεν κάνει χρήση των δικών της ή των δικών του δικαιωμάτων ή κατά το μέρος που αυτά υπολείπονται των προβλεπόμενων από την παρ. 2 του άρθρου 53 του Υ.Κ. & την παρ. 2 του άρθρου 60 του ΚΚΔΚΥ διευκολύνσεων.

Ως εργασία στον ιδιωτικό τομέα νοείται η εξαρτημένη μισθωτή εργασία, καθώς και η άσκηση κάποιου ελευθέριου επαγγέλματος από αυτά που ορίζονται στην κείμενη νομοθεσία περί φορολογίας εισοδήματος (παρ. 1 του άρθρου 48 του Ν. 2238/1994).

Ο υπάλληλος που δικαιούται να κάνει χρήση της διευκόλυνσης του μειωμένου ωραρίου ή της άδειας ανατροφής πρέπει να προσκομίσει από τον οικείο εργοδότη καθώς και τον αντίστοιχο ασφαλιστικό φορέα σχετική βεβαίωση, από όπου θα προκύπτει ρητώς η ιδιωτική εργασία που ασκεί η σύζυγός του, καθώς και το εάν έχει ήδη κάνει ολικώς ή μερικώς χρήση των δικών της δικαιωμάτων.

Στην περίπτωση που ο ένας γονέας εργάζεται με καθεστώς μερικής απασχόλησης, τότε ο άλλος γονέας (δημόσιος υπάλληλος) δικαιούται να κάνει χρήση της διευκόλυνσης του μειωμένου ωραρίου ή της άδειας ανατροφής κατά το ήμισυ των προβλεπομένων.

Αν η σύζυγος του υπαλλήλου δεν εργάζεται ή δεν ασκεί οποιοδήποτε επάγγελμα, ο σύζυγος δεν δικαιούται να κάνει χρήση της διευκόλυνσης του μειωμένου ωραρίου ή της άδειας ανατροφής, εκτός αν λόγω σοβαρής πάθησης ή βλάβης κριθεί ανίκανη να αντιμετωπίζει τις ανάγκες ανατροφής του παιδιού, σύμφωνα με βεβαίωση της Δευτεροβάθμιας Υγειονομικής Επιτροπής στην αρμοδιότητα της οποίας υπάγεται ο υπάλληλος.

Όταν ο ένας γονέας λάβει την άδεια άνευ αποδοχών για ανατροφή τέκνου, ο άλλος δεν έχει δικαίωμα να κάνει χρήση της διευκόλυνσης του μειωμένου ωραρίου ή της εννεάμηνης άδειας ανατροφής για το ίδιο χρονικό διάστημα.

Σε περίπτωση διάστασης, διαζυγίου, χηρείας ή γέννησης τέκνου χωρίς γάμο των γονέων του, τόσο την άδεια άνευ αποδοχών για ανατροφή τέκνου, όσο και τη διευκόλυνση του μειωμένου ωραρίου ή την εννεάμηνη άδεια ανατροφής τη δικαιούται ο γονέας που ασκεί την επιμέλεια.

Ο εργαζόμενος γονέας (μητέρα ή πατέρας) που κάνει χρήση της εννεάμηνης άδειας ανατροφής παιδιού δικαιούται, μετά το πέρας της άδειας αυτής, να επιστρέψει στη θέση εργασίας της ή σε ισοδύναμη θέση, με τους ίδιους επαγγελματικούς όρους και συνθήκες, και να επωφεληθεί από οποιαδήποτε βελτίωση των συνθηκών εργασίας, την οποία θα εδικαιούτο κατά την απουσία του [άρθρο 5, Ν. 3488/2006].

Χορήγηση διευκολύνσεων ανατροφής τέκνου σε νεοδιόριστο υπάλληλο και σε υπάλληλο που υιοθετεί τέκνο: Ονεοδιοριζόμενος υπάλληλος που κατά το διορισμό του έχει τέκνο ηλικίας κάτω των τεσσάρων (4) ετών δικαιούται να λάβει συνεχόμενη άδεια ανατροφής τέκνου τόσης διάρκειας όσο είναι, με βάση το ισχύον μειωμένο ωράριο, το άθροισμα των ωρών οι οποίες απομένουν από την ημερομηνία του διορισμού του μέχρι τη συμπλήρωση του 4ου έτους της ηλικίας του τέκνου του, πέραν του οποίου η συνέχιση της άδειας δεν είναι επιτρεπτή.

Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο υπολογίζεται και η διάρκεια της συνεχόμενης άδειας ανατροφής που δύναται να λάβει ο εν ενεργεία υπάλληλος, ο οποίος υιοθετεί τέκνο ηλικίας κάτω των τεσσάρων (4) ετών (σχετική η υπ’ αρ. 64/2008 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έχει γίνει αποδεκτή από τον Υπουργό Εσωτερικών) [ΔΙΔΑΔ/Φ.51/590/οικ. 14346/29-5-2008 του ΥΠ.ΕΣ.].

Αθροιστική χορήγηση διευκολύνσεων ανατροφής (9μήνου ή μειωμένου ωραρίου) σε περίπτωση γέννησης νέου τέκνου: Ο γονέας υπάλληλος που λαμβάνει ήδη τη διευκόλυνση του μειωμένου ωραρίου ή της εννεάμηνης άδειας ανατροφής τέκνου, και πριν την εξάντλησή τους αποκτά νέο τέκνο, δικαιούται να λάβει το υπόλοιπο των διευκολύνσεων για το πρώτο τέκνο αργότερα, αθροιστικά με τις διευκολύνσεις που αντιστοιχούν στο νέο τέκνο  (σχετική η υπ’ αρ. 64/2008 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έχει γίνει αποδεκτή από τον Υπουργό Εσωτερικών).

Επισημαίνεται ότι, οι υπάλληλοι που δεν έλαβαν το υπόλοιπο των διευκολύνσεων ανατροφής για το πρώτο τέκνο λόγω απόκτησης νέου τέκνου, μπορούν να κάνουν τώρα χρήση του υπολοίπου αυτού, υπό την προϋπόθεση ότι, το πρώτο τέκνο δεν έχει συμπληρώσει το τέταρτο (4ο) έτος της ηλικίας του.

Ο σύζυγος της υπαλλήλου δεν μπορεί να κάνει χρήση των σχετικών διευκολύνσεων είτε για το πρώτο είτε για το δεύτερο τέκνο ταυτόχρονα με τη σύζυγο δημόσιο υπάλληλο [ΔΙΔΑΔ/Φ.51/590/οικ. 14346/29-5-2008 του ΥΠ.ΕΣ.].

Μετατροπή διευκολύνσεων ανατροφής τέκνου: Ο γονέας υπάλληλος που δικαιούται τη διευκόλυνση ανατροφής παιδιού  μπορεί, καταρχήν, με βάση τις ανάγκες του, όπως αυτός εκτιμά, να επιλέξει ένα από τα δύο ευεργετήματα, δηλαδή του μειωμένου ωραρίου ή της άδειας των εννέα μηνών. Κατ΄ εξαίρεση και για πολύ σοβαρούς λόγους επιτρέπεται για μία μόνο φορά η αλλαγή στην πρώτη προτίμηση (σχετική η υπ’ αρ.  50/2001 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έχει γίνει αποδεκτή από τον Υπουργό Εσωτερικών).

Προκειμένου δε να επιτευχθεί η ορθολογική μετατροπή του μειωμένου ωραρίου σε συνεχόμενη άδεια και αντιστρόφως, όταν και εφόσον το επιθυμεί ο δικαιούχος υπάλληλος, γίνεται με βάση το γεγονός ότι η άδεια των εννέα μηνών ισοδυναμεί με το συνολικό μειωμένο ωράριο που δύναται να έχει ο γονέας υπάλληλος κατά τα τέσσερα πρώτα έτη της ζωής του τέκνου του.
Ειδικά για την μετατροπή του μειωμένου ωραρίου σε συνεχόμενη άδεια δύναται να χρησιμοποιηθεί ο ακόλουθος μαθηματικός τύπος:
9 μήνες  χ  (1452 ώρες*   –  Χ ώρες**) / 1452
* 1452 ώρες: ο αριθμός των ωρών που αντιστοιχεί στο σύνολο του μειωμένου ωραρίου από την λήξη της λοχείας έως το τέκνο να γίνει τεσσάρων (4) ετών.
** X ώρες: ο αριθμός των ωρών του μειωμένου ωραρίου που διανύθηκε από τη λήξη της λοχείας (3μήνο) έως την ημέρα της αίτησης για τη χορήγηση της συνεχόμενης άδειας, οι οποίες θα μετρηθούν αρχικώς σε εργάσιμες ημέρες (22 εργάσιμες ημέρες ανά μήνα) και κατόπιν θα μετατραπούν σε ώρες πολλαπλασιαζόμενες αναλόγως είτε με το 2 είτε με το 1 (διότι 1 ή 2 ώρες είναι το ημερήσιο μειωμένο ωράριο ανάλογα με την ηλικία του τέκνου).

Στην περίπτωση γονέα που είναι άγαμος ή χήρος ή διαζευγμένος ή έχει αναπηρία 67% και άνω, το κατά ναι ώρα μειωμένο ωράριο ή η άδεια των εννέα (9) μηνών προσαυξάνεται κατά έξι (6) μήνες ή κατά ένα (1) μήνα. Για την κατά τα ανωτέρω μετατροπή του μειωμένου ωραρίου σε συνεχόμενη άδεια δύναται να χρησιμοποιηθεί ο ακόλουθος μαθηματικός τύπος:

10 μήνες  χ  (1584 ώρες*   –  Χ ώρες**) / 1584
* 1584 ώρες: ο αριθμός των ωρών που αντιστοιχεί στο σύνολο του μειωμένου ωραρίου από την λήξη της λοχείας έως το τέκνο να γίνει τεσσάρων (4) ετών και έξι μηνών.
** X ώρες: ο αριθμός των ωρών του μειωμένου ωραρίου που διανύθηκε από τη λήξη της λοχείας (3μήνο) έως την ημέρα της αίτησης για τη χορήγηση της συνεχόμενης άδειας, οι οποίες θα μετρηθούν αρχικώς σε εργάσιμες ημέρες (22 εργάσιμες ημέρες ανά μήνα) και κατόπιν θα μετατραπούν σε ώρες πολλαπλασιαζόμενες αναλόγως είτε με το 2 είτε με το 1 (διότι 1 ή 2 ώρες είναι το ημερήσιο μειωμένο ωράριο ανάλογα με την ηλικία του τέκνου).

Αντίστοιχα, για τη μετατροπή του εννιαμήνου σε μειωμένο ωράριο δύναται να ακολουθηθεί ο παρακάτω τρόπος υπολογισμού:

Αφαιρούμε το χρόνο της αδείας που έχει ήδη διανυθεί από το 9μηνο (ή το 10μηνο για γονέα που είναι άγαμος, χήρος, διαζευγμένος ή έχει αναπηρία 67% και άνω) . Το υπόλοιπο το μετατρέπουμε σε εργάσιμες ημέρες πολλαπλασιάζοντας με το 22 (κάθε εργάσιμος μήνας έχει 22 εργάσιμες ημέρες). Στη συνέχεια τις εργάσιμες ημέρες τις μετατρέπουμε σε εργάσιμες ώρες πολλαπλασιάζοντας με 7,5 (7,5 είναι οι ημερήσιες εργάσιμες ώρες). Εάν ο υπάλληλος έχει διαφορετικό ημερήσιο ωράριο πολλαπλασιάζουμε με αυτό. Το σύνολο των ωρών που διαπιστώνεται με τον ανωτέρω τρόπο δύναται να ληφθεί ως μειωμένο ωράριο κατά 1 ή 2 ώρες ημερησίως.

Σε καμία περίπτωση η λήψη του μειωμένου ωραρίου δεν μπορεί να συνεχιστεί μετά τη συμπλήρωση της ηλικίας των τεσσάρων ετών, με εξαίρεση την περίπτωση γονέα που είναι άγαμος ή χήρος ή διαζευγμένος, οπότε η λήψη του μειωμένου ωραρίου μπορεί να συνεχιστεί ακόμη έξι μήνες.

Σημειώνεται ότι δεν είναι δυνατή η τμηματική χορήγηση του εννιαμήνου, το οποίο και πρέπει να εξαντλείται στο σύνολό του καθώς λαμβάνεται για συνεχές χρονικό διάστημα. Κατ΄ εξαίρεση είναι δυνατή η διακοπή του εννιαμήνου προκείμενου ο υπάλληλος να παρακολουθήσει το σεμινάριο της υποχρεωτικής εισαγωγικής εκπαίδευσης [ΔΙΔΑΔ/Φ.51/590/οικ. 14346/29-5-2008 του ΥΠ.ΕΣ.].

Επισημαίνεται ότι, οδηγίες για τη χορήγηση διευκολύνσεων ανατροφής σε εκπαιδευτικούς έχουν ήδη δοθεί με σχετικές εγκυκλίους του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (35758/Δ2/29-3-2007 & 74275/Δ2/10-7-2007).
Επίσης, σύμφωνα με την υπ΄ αρ. 427/2007 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έχει γίνει αποδεκτή από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, οι διατάξεις των άρθρων 52 και 53 του Υπαλληλικού Κώδικα τυγχάνουν εφαρμογής και στους δικαστικούς υπαλλήλους.

Άδεια ανατροφής τέκνου άνευ αποδοχών (με αποδοχές για ανατροφή 3ου τέκνου και άνω).

Η προβλεπόμενη από την παρ. 2 του άρθρου 51 του Υ.Κ. [Ν. 3528/2007] και την παρ. 2 του άρθρου 58 του ΚΚΔΚΥ [Ν. 3584/2007] άδεια χωρίς αποδοχές συνολικής διάρκειας δύο (2) ετών χορηγείται υποχρεωτικά, χωρίς γνώμη υπηρεσιακού συμβουλίου, όταν πρόκειται για ανατροφή παιδιού ηλικίας έως και έξι (6) ετών.

Διάστημα τριών (3) μηνών της άδειας αυτής χορηγείται με πλήρεις αποδοχές στην περίπτωση γέννησης τρίτου (3ου) παιδιού και άνω.

Σημειώνεται ότι η άδεια αυτή (συμπεριλαμβανομένου και του τριμήνου με πλήρεις αποδοχές) χορηγείται άπαξ στη σταδιοδρομία του υπαλλήλου και όχι για κάθε τέκνο ξεχωριστά. Το τρίμηνο με πλήρεις αποδοχές δεν δύναται να το λάβει ο υπάλληλος που ήδη έχει εξαντλήσει το σύνολο της 24μηνης άδειας άνευ αποδοχών σε προγενέστερο χρόνο.

Επισημαίνεται ότι το σύνολο της εν λόγω άδειας άνευ αποδοχών, συμπεριλαμβανομένων πλέον και των τριών μηνών με πλήρεις αποδοχές, δύναται να χορηγηθεί τόσο συνεχόμενα όσο και τμηματικά.

Ωστόσο, στην περίπτωση της τμηματικής χορήγησης και προκειμένου να αποτραπούν τυχόν καταχρηστικές συμπεριφορές, καθώς και να διασφαλιστεί ο σκοπός για τον οποίο θεσπίστηκε η εν λόγω άδεια, που δεν είναι άλλος από την αποτελεσματική ανατροφή του τέκνου, η συγκεκριμένη άδεια δεν θα πρέπει να χορηγείται για διάστημα μικρότερο του ενός μηνός.

Εάν και οι δύο γονείς είναι υπάλληλοι, στην περίπτωση γέννησης τρίτου τέκνου και άνω, οι τρεις μήνες με πλήρεις αποδοχές, χορηγούνται εναλλακτικά είτε μόνο στον ένα γονέα υπάλληλο, ή και στους δύο από κοινού με κατανομή του τριμήνου μεταξύ τους βάσει κοινής δήλωσης που καταθέτουν στην υπηρεσία τους, ποτέ όμως ταυτόχρονα για το ίδιο χρονικό διάστημα.

Σημειώνεται ότι οι ανωτέρω τρεις μήνες με αποδοχές αποτελούν χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας για όλα τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης, σε αντίθεση με τους λοιπούς μήνες της 24μηνης άδειας που είναι άνευ αποδοχών [ΔΙΔΑΔ/Φ.51/590/οικ. 14346/29-5-2008 του ΥΠ.ΕΣ].

Άδεια παρακολούθησης σχολικής επίδοσης τέκνων.

Σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 53 του ΥΚ. και την παρ. 6 του άρθρου 60 του ΚΚΔΚΥ  οι υπηρεσίες υποχρεούνται να διευκολύνουν τους υπαλλήλους που έχουν τέκνα τα οποία παρακολουθούν μαθήματα πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, για να επισκέπτονται το σχολείο των παιδιών τους, με σκοπό την παρακολούθηση της σχολικής τους επίδοσης.

Με την απόφαση αριθμ. ΔΙΔΑΔ/Φ.53/1222/οικ. 20561/9-7-2007 (ΦΕΚ 1613/Β’/17-8-2007) του Υπουργού Εσωτερικών ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της ανωτέρω διάταξης και καθορίζεται το ανώτερο όριο ημερών απουσίας του υπαλλήλου, ήτοι:

α) Ο γονέας-υπάλληλος που έχει ένα (1) τέκνο, το οποίο παρακολουθεί μαθήματα πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δικαιούται άδεια έως τέσσερις (4) ημέρες το έτος.

β) Ο γονέας-υπάλληλος που έχει δύο (2) τέκνα και άνω, τα οποία παρακολουθούν μαθήματα πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δικαιούται έως πέντε (5) ημέρες το έτος. Σε περίπτωση που τα τέκνα παρακολουθούν μαθήματα σε ιδρύματα διαφορετικής εκπαιδευτικής βαθμίδας, η δικαιούμενη άδεια αυξάνεται κατά μία (1) ημέρα.

Η εν λόγω άδεια είναι με πλήρεις αποδοχές και ο χρόνος αυτής λογίζεται ως χρόνος πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας.

Η άδεια χορηγείται καταρχάς για ορισμένες ώρες και σε εξαιρετικές περιπτώσεις για ολόκληρη την ημέρα, σε καμιά όμως περίπτωση πάνω από μία ημέρα συνεχώς. Ο συνολικός χρόνος της άδειας δεν εξαντλείται υποχρεωτικά. Τυχόν υπόλοιπο που δεν έχει ληφθεί δεν μεταφέρεται στο επόμενο έτος, ούτε καταβάλλεται αποζημίωση στον υπάλληλο.

Αν και οι δύο γονείς είναι δικαιούχοι, λαμβάνουν από κοινού την άδεια, η διάρκεια της οποίας και για τους δυο δεν μπορεί να υπερβεί το συνολικό αριθμό των ημερών, όπως αυτός καθορίζεται στην παράγραφο 2 της παρούσας. Στην περίπτωση αυτή για τη χορήγηση της άδειας, ο γονέας υπάλληλος πρέπει να υποβάλει κάθε φορά στην υπηρεσία του σχετική αίτηση, δηλώνοντας συγχρόνως υπεύθυνα, πόσες ημέρες ή ώρες της δικαιούμενης από κοινού άδειας έχει κάνει ήδη χρήση ο άλλος γονέας στην υπηρεσία που εργάζεται.

Η άδεια χορηγείται στο γονέα-υπάλληλο ανεξάρτητα από το αν ο άλλος γονέας εργάζεται ή όχι. Σε περίπτωση διάστασης, διαζυγίου ή γέννησης τέκνου χωρίς γάμο των γονέων του, η άδεια χορηγείται στο γονέα υπάλληλο που έχει την επιμέλεια του τέκνου.

Η άδεια δεν χορηγείται σε περιόδους που τα ιδρύματα πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης έχουν διακοπές εργασίας.

Η άδεια χορηγείται και στους γονείς-υπαλλήλους που το τέκνο τους είναι εγγεγραμμένο σε παιδικό σταθμό υπό την προϋπόθεση ότι ο σταθμός εφαρμόζει πλήρες πρόγραμμα νηπιαγωγείου. Σε κάθε περίπτωση το τέκνο πρέπει να έχει την προβλεπόμενη από το νόμο ηλικία για να παρακολουθεί την υποχρεωτική εκπαίδευση.

Άδεια γονέα για σύζυγο ή παιδί με νόσημα που απαιτεί μεταγγίσεις αίματος ή χρήζει περιοδικής νοσηλείας ή για παιδί που πάσχει από βαριά νοητική στέρηση ή σύνδρομο Down

Οι υπάλληλοι που έχουν σύζυγο ή τέκνο που πάσχει από νόσημα το οποίο απαιτεί τακτικές μεταγγίσεις αίματος ή χρήζει περιοδικής νοσηλείας καθώς και τέκνο που πάσχει από βαριά νοητική στέρηση ή σύνδρομο Down ανεξαρτήτως εάν χρήζει ή όχι περιοδικής νοσηλείας, δικαιούνται ειδική άδεια με αποδοχές έως είκοσι δύο (22) εργάσιμες ημέρες το χρόνο [παρ. 2 & 3 του άρθρου 50 του Υ.Κ & παρ. 2 & 3 του άρθρου 57 του ΚΚΔΚΥ].

Άδεια γάμου

Οι υπάλληλοι έχουν δικαίωμα απουσίας με αποδοχές πέντε (5) εργάσιμων ημερών σε περίπτωση γάμου [παρ. 1 του άρθρου 50 του Υ.Κ & παρ. 1 του άρθρου 57 του ΚΚΔΚΥ].

Άδεια λόγω θανάτου συγγενούς.

Οι υπάλληλοι έχουν δικαίωμα απουσίας με αποδοχές τριών (3) εργάσιμων ημερών σε περίπτωση θανάτου συζύγου τους ή και συγγενούς έως και β’ βαθμού. Συγγενείς έως και β’ βαθμού θεωρούνται οι γονείς, τα τέκνα, τα αδέλφια, τα εγγόνια και οι πάπποι, τόσο οι εξ αίματος όσο και οι εξ αγχιστείας [παρ. 1 του άρθρου 50 του Υ.Κ & παρ. 1 του άρθρου 57 του ΚΚΔΚΥ].

Άδεια λόγω υπηρετούντος συζύγου στο εξωτερικό

Υπάλληλος, του οποίου σύζυγος υπηρετεί στο εξωτερικό σε ελληνική υπηρεσία του Δημοσίου, ΝΠΔΔ ή άλλου φορέα του δημόσιου τομέα ή σε υπηρεσία ή φορέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε διεθνή οργανισμό, στον οποίο μετέχει και η Ελλάδα, δικαιούται να πάρει άδεια χωρίς αποδοχές μέχρι έξι (6) έτη συνεχώς ή και τμηματικά, εφόσον έχει συμπληρώσει διετή πραγματική υπηρεσία [παρ. 3 του άρθρου 51 του Υ.Κ & παρ. 3 του άρθρου 58 του ΚΚΔΚΥ].

Χορήγηση της οικογενειακής παροχής στους μονογονείς υπαλλήλους 

Σύμφωνα με το άρθρο 11 του Ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297/Α’/23-12-2003), που αποτελεί τροποποίηση του άρθρου 12 του Ν. 2470/1997 (ΦΕΚ 40/Α’/21-3-1997), προβλέπεται η χορήγηση μηνιαίας οικογενειακής παροχής εκτός από τους έγγαμους υπαλλήλους και στους χήρους, εν διαστάσει, διαζευγμένους και άγαμους γονείς. Η καταβολή της οικογενειακής παροχής διακόπτεται με τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων για τη διακοπή της προσαύξησης της οικογενειακής παροχής λόγω τέκνων (παρ. 4).

Βρεφονηπιακοί Σταθμοί

Σύμφωνα με το άρθρο 7 του Π.Δ. 193/1988 (ΦΕΚ 84/Α’/6-5-1988), Οι δημόσιες υπηρεσίες, τα Ν.Π.Δ.Δ. και οι Ο.Τ.Α. που απασχολούν πάνω από τριακόσια (300) άτομα, σε περίπτωση ανέγερσης κτιρίου για τη στέγαση των Υπηρεσιών τους θα πρέπει να προβλέπουν επαρκή και κατάλληλο χώρο για τη στέγαση βρεφοπαιδοκομικού σταθμού, που να καλύπτει τις ανάγκες των απασχολουμένων σ’ αυτές.

Θετικά μέτρα για την αύξηση της απασχόλησης των γυναικών στο Δημόσιο, τους ΟΤΑ και τα ΝΠΔΔ.

Μερική Απασχόληση

Με το Ν. 3250/2004 (ΦΕΚ 124/Α’/7-7-04) για τη «Μερική Απασχόληση στο Δημόσιο, τους ΟΤΑ και τα ΝΠΔΔ», στο προσωπικό που επιλέγεται περιλαμβάνονται:

-Μητέρες ανηλίκων σε ποσοστό δέκα τις εκατό (10%).

– Γονείς με τρία παιδιά και άνω καθώς και τα παιδιά αυτών σε ποσοστό δέκα τις εκατό (10%). Με το Ν. 3454/2006 «Ενίσχυση της οικογένειας και λοιπές διατάξεις» η παραπάνω πρόβλεψη επεκτάθηκε πέρα από τους πολύτεκνους και στους γονείς με τρία παιδιά.

Επίσης,  προβλέπεται  ότι ποσοστό μέχρι 60% από τις διάφορες κατηγορίες των ανέργων, που επωφελούνται από την πρόσληψη (α. άνεργοι, άνω των τριάντα ετών, που έχουν εξαντλήσει το χρόνο της τακτικής επιδότησης ανεργίας, β. άνεργοι που βρίσκονται στην τελευταία πενταετία πριν από τη συνταξιοδότησή τους, γ. άνεργοι, μέχρι τριάντα ετών, εγγεγραμμένοι στον ΟΑΕΔ για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δεκαοκτώ μηνών), καλύπτεται από γυναίκες, εφόσον εκδηλωθεί αντίστοιχο ενδιαφέρον

Ν. 4216/2013 με θέμα «Κύρωση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη δράση κατά της Εμπορίας Ανθρώπων»,που υπογράφηκε στη Βαρσοβία, στις 16 Μαΐου του 2005.

Ν. 4198/2013 «Πρόληψη και καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και προστασία των θυμάτων αυτής και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. 215 Τεύχος Α’/11-10-2013).

Με τις διατάξεις του παρόντος νόμου εναρμονίζεται η ελληνική νομοθεσία με την Οδηγία 2011/36/ΕΕ για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της.

Βάσει του ως άνω νομοθετήματος, σημειώνονται τροποποιήσεις ορισμένων διατάξεων του Ποινικού Κώδικα, του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως επίσης και ορισμένων άλλων Νόμων (όπως του ν. 2225/1994 (Α΄ 121), του ν. 3811/2009 (Α΄ 231), ν. 4152/2013, ν. 3811/2009).

Επίσης, βάσει του άρθρου 9Α του εν λόγω νομοθετήματος:

«1. Στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συνιστάται «υπηρεσιακό συμβούλιο ιατροδικαστών», το οποίο είναι αρμόδιο για την επιλογή όσων διορίζονται σε θέσεις ιατροδικαστών και για κάθε θέμα που αφορά την υπηρεσιακή τους κατάσταση».

ενώ στο άρθρο 9 Β:

«1. Στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συνιστάται «πειθαρχικό συμβούλιο ιατροδικαστών», το οποίο έχει αρμοδιότητα για κάθε θέμα που αφορά την πειθαρχική κατάσταση των ιατροδικαστών».

Στο άρθρο 46-52 του Νόμου 3386/2005 (ΦΕΚ 212/Α/23-8-2005) «Είσοδος, διαμονή και κοινωνική ένταξη υπηκόων τρίτων χωρών στην ελληνική επικράτεια» ορίζεται ότι σε υπήκοο τρίτης χώρας που έχει χαρακτηρισθεί θύμα εμπορίας ανθρώπων με πράξη του αρμόδιου Εισαγγελέα χορηγείται άδεια διαμονής διάρκειας δώδεκα μηνών εφόσον συνεργάζεται στην καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, η οποία ανανεώνεται κάθε φορά για ισόχρονο διάστημα προς διευκόλυνση της διενεργούμενης έρευνας ή της ποινικής διαδικασίας. Η άδεια παραμονής διασφαλίζει πρόσβαση στην αγορά εργασίας και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Πριν τη χορήγηση άδειας διαμονής, παρέχεται από την αρμόδια εισαγγελική αρχή στα θύμα εμπορίας ανθρώπων προθεσμία περίσκεψης μέχρι ένα μήνα (μπορεί να παραταθεί για τα ανήλικα θύματα) ώστε να συνέλθουν και να είναι σε θέση να διαφύγουν από την επιρροή των δραστών των σχετικών αδικημάτων για να μπορούν να λάβουν ανεπηρέαστη απόφαση σχετικά με τη συνεργασία τους με τις διωκτικές αρχές.

Το άρθρο 34. παρ. 7 του Νόμου 3274/2004 (ΦΕΚ Α’195/19-8-04) «Οργάνωση και λειτουργία των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού» προβλέπει ότι η απέλαση αλλοδαπών, που βρίσκονται παράνομα στην Ελλάδακαι καταγγέλλουν πράξεις προαγωγής σε πορνεία, μπορεί, με διάταξη του εισαγγελέα πλημμελειοδικών και έγκριση του εισαγγελέα εφετών, να αναστέλλεται έως ότου εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση για τις πράξεις που καταγγέλθηκαν. Για όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή της απέλασης χορηγείται, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας, άδεια διαμονής, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του Ν. 2910/2001. Η ανωτέρω άδεια παραμονής επέχει και θέση άδειας εργασίας, χορηγείται για χρονικό διάστημα (6) μηνών και ανανεώνεται για ίσο χρονικό διάστημα ως την έκδοση της αμετάκλητης δικαστικής απόφασης. Οι παραπάνω διατάξεις εφαρμόζονται ανάλογα και για τις περιπτώσεις του άρθρου 12 του Ν. 3064/2002.

Ν. 3064/2002(ΦΕΚ 248/Α/15-10-2002) ,ο οποίος ρυθμίζει την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, των εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας, της πορνογραφίας ανηλίκων και γενικότερα της οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής. Ειδικότερα με το νόμο αυτό:

  • Αντιμετωπίζονται πλέον, εκτός από το δουλεμπόριο, οι σύγχρονες μορφές εμπορίας ανθρώπων και συγκεκριμένα η διακίνηση με σκοπό α) την εργασιακή και β) τη σεξουαλική εκμετάλλευση των ανθρώπων. Τα περισσότερα από τα σχετικά αδικήματα χαρακτηρίζονται ως κακουργήματα.
  • Καθιερώνονται αυστηρές ποινές, που σε ορισμένες περιπτώσεις φθάνουν και τα ισόβια δεσμά για τα αντίστοιχα αδικήματα. Εξασφαλίζεται η ίση προστασία μεταξύ των ανδρών και γυναικών στα θέματα αυτά.
  • Ασκείται πλέον αυτεπαγγέλτως η ποινική δίωξη σοβαρών αξιόποινων πράξεων.
  • Θεσπίζεται για πρώτη φορά το έγκλημα της πορνογραφίας ανηλίκων.
  • Θεσπίζεται ως διακεκριμένη περίπτωση σε σχέση με την απλή αποπλάνηση, η ασέλγεια που διαπράττει ενήλικος σε βάρος ανηλίκου με αμοιβή ή άλλα υλικά ανταλλάγματα.
  • Προστίθενται στο άρθρο 8 του Ποινικού Κώδικα (Ρυθμίσεις για παγκόσμια δικαιοσύνη) οι πράξεις της σωματεμπορίας και της ασέλγειας ώστε να τιμωρούνται και όταν τελούνται στην αλλοδαπή.
  • Ποινικοποιείται η συνειδητή αποδοχή των υπηρεσιών που προέρχονται από θύματα της διακίνησης ανθρώπων.
  • Προβλέπονται διατάξεις προστασίας των θυμάτων των εγκλημάτων αυτών. Όσον αφορά την αρωγή των θυμάτων των εγκλημάτων αυτών, εκδόθηκε το ΠΔ. 233/2003(ΦΕΚ 204/Α/2-9-2003).
  • Τροποποίηση της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου
  1. N. 4002/2011 (ΦΕΚ Α’ 180/22-8-2011) που ρυθμίζει ευνοϊκότερες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης διαζευγμένων, λόγω θανάτου του/της πρώην συζύγου, τροποποιώντας τον Ν. 3232/2004, και ορίζει τα εξής:

«Ο/η διαζευγμένος/η, σε περίπτωση θανάτου του/της πρώην συζύγου δικαιούται σύνταξη λόγω θανάτου του/της πρώην συζύγου από το Δημόσιο, τους φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και το ΝΑΤ εφόσον πληροί αθροιστικά τις εξής προϋποθέσεις:

  1. Ο διαζευγμένος να έχει ηλικία 65 ετών ή να είναι ανίκανος για άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό 67% και άνω.
  2. Παράλληλα, να έχει συμπληρώσει 10 έτη έγγαμου βίου μέχρι τη λύση του γάμου με αμετάκλητη δικαστική απόφαση.
  3. Ο/η πρώην σύζυγος, κατά την στιγμή του θανάτου του, να κατέβαλε διατροφή που είχε καθοριστεί είτε με δικαστική απόφαση είτε με σύμβαση μεταξύ των πρώην συζύγων.
  4. Το διαζύγιο να μην οφείλεται σε ισχυρό κλονισμό της εγγάμου συμβιώσεως με υπαιτιότητα του αιτούντος τη σύνταξη.
  5. Να μην έχει τελεστεί άλλος γάμος.
  6. Το συνολικό ετήσιο ατομικό φορολογητέο εισόδημα να μην υπερβαίνει το διπλάσιο του ποσού των εκάστοτε καταβαλλομένων από τον ΟΓΑ ετήσιων συντάξεων στους ανασφάλιστους υπερήλικες».
  7. Το ποσό κύριας και επικουρικής σύνταξης που δικαιούται ο/η διαζευγμένος/η καθορίζεται ως εξής: α. Σε περίπτωση θανάτου του/της πρώην συζύγου, εφόσον ο γάμος είχε διαρκέσει δέκα (10) έτη έως τη λύση του με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, το ποσό σύνταξης που δικαιούται ο χήρος ή η χήρα επιμερίζεται κατά 75% στο χήρο ή χήρα και 25% στο/στη διαζευγμένο/η. Για κάθε έτος εγγάμου βίου πέραν του δεκάτου (10ου) και μέχρι το τριακοστό πέμπτο (35ο) έτος διάρκειας του γάμου, το ποσοστό σύνταξης που δικαιούται ο χήρος ή η χήρα μειώνεται κατά 1% στο χήρο ή χήρα και αυξάνεται αντίστοιχα κατά 1% στο/στη διαζευγμένο/η. Προκειμένου περί εγγάμου βίου που διήρκησε πλέον των τριάντα πέντε (35) ετών έως τη λύση του κατά τα ανωτέρω, το ποσό σύνταξης που δικαιούται ο χήρος ή η χήρα επιμερίζεται κατά 50% στο χήρο ή χήρα και 50% στο/στη διαζευγμένο/η.

Στις ανωτέρω περιπτώσεις εάν ο θανών ή η θανούσα δεν καταλείπει χήρα ή χήρο σύζυγο, ο διαζευγμένος ή η διαζευγμένη δικαιούται το αυτό σύμφωνα με τα ανωτέρω, κατά περίπτωση, ποσοστό της σύνταξης που θα εδικαιούτο ο χήρος ή η χήρα σύζυγος.

β. Σε περίπτωση περισσοτέρων του ενός δικαιούχων διαζευγμένων το αναλογούν για τον/την διαζευγμένο/η κατά τα ως άνω ποσοστά ποσό σύνταξης κύριας και επικουρικής επιμερίζεται εξίσου μεταξύ αυτών.»

 

  • Νέο Ασφαλιστικό Σύστημα για τους εργαζόμενους του Δημόσιου τομέα

Ν. 3865/2010 (ΦΕΚ Α’ 120/21-7-2010) αναφορικά με τη «Μεταρρύθμιση του Συνταξιοδοτικού Συστήματος του Δημοσίου και συναφείς διατάξεις»

Αιτιολογική Έκθεση του Ν. 3865/2010

 

  • Νέο Ασφαλιστικό Σύστημα για τους εργαζόμενους του Ιδιωτικού τομέα

Ν. 3863/2010 (ΦΕΚ Α’ 115/15-6-2010) αναφορικά με το «Νέο Ασφαλιστικό Σύστημα και συναφείς διατάξεις, ρυθμίσεις στις εργασιακές σχέσεις».

Αιτιολογική Έκθεση του Ν. 3863/2010

«Προϋποθέσεις συνταξιοδότησης από τους Τομείς κύριας ασφάλισης του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (Ε.Τ.Α.Α.) μετά την 1/1/2011»

  • Ρυθμίσεις για την προώθηση της απασχόλησης, την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής
  1. 3385/2005 (ΦΕΚ Α΄ 210/19-8-05) περί «Ρυθμίσεων για την προώθηση της απασχόλησης, την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και άλλες διατάξεις»: προβλέπει την άρση διακοπής συνταξιοδότησης λόγω θανάτου συζύγου όταν η σύζυγος είναι κάτω των 40 ετών & δικαίωμα εξαγοράς χρόνου ασφάλισης μέχρι 150 μέρες για θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος.
    1. Με το άρθρο 4 του Νόμου 3385/2005 (ΦΕΚ Α΄210/19-8-05) «Ρυθμίσεις για την προώθηση της απασχόλησης, την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και άλλες διατάξεις» τροποποιείται το άρθρο 62 του Ν. 2676/1999 που αναφέρεται στον τρόπο συνταξιοδότησης των γυναικών λόγω θανάτου του συζύγου, αλλά και αντίστοιχα των ανδρών λόγω πάλι θανάτου της συζύγου. Μέχρι σήμερα μια γυναίκα ή ένας άνδρας που έχανε τον/την σύζυγό της/του και ήταν κάτω των 40 έπαιρνε σύνταξη μόνο για 3 χρόνια. Μετά η σύνταξη κοβόταν και επαναλαμβανόταν μετά το 65ο έτος. Με τον νέο νόμο δεν διακόπτεται η σύνταξη για τις χήρες/-ους μετά τη συμπλήρωση τριετίας ακόμα και αν κατά την ημερομηνία θανάτου του/της συζύγου η επιζούσα/-ών είναι κάτω των 40 ετών.
    2. Επίσης, με το άρθρο 6, σ’ αυτούς που για τον οποιοδήποτε λόγο δεν έχουν συμπληρώσει 15 χρόνια ασφάλισης, δηλαδή 4.500 ένσημα και έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας για τους άνδρες και το 60ο έτος της ηλικίας για τις γυναίκες και δεν θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα, τους δίνεται η δυνατότητα να εξαγοράσουν χρόνο ασφάλισης μέχρι 150 μέρες.
  • Ν. 3655/2008 (ΦΕΚ 58/Α’/3-4-2008) «Διοικητική και οργανωτική μεταρρύθμιση του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης και λοιπές ασφαλιστικές διατάξεις»
  • Ν. 3232/2004 (ΦΕΚ Α’ 48/12-2-2004) με τον οποίο προβλέπεται για πρώτη φορά ότι οι διαζευγμένοι μπορούν να παίρνουν μέρος της σύνταξης όταν ο/η πρώην σύζυγος αποβιώνει, οπότε δικαιούνται σύνταξη λόγω θανάτου.

Βασικές προϋποθέσεις είναι:

  1. Ο διαζευγμένος να έχει ηλικία 65 ετών ή να είναι ανίκανος για άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό 67% και άνω.
  2. Παράλληλα, να έχει συμπληρώσει 15 έτη έγγαμου βίου μέχρι τη λύση του γάμου με αμετάκλητη δικαστική απόφαση.
  3. Ο/η πρώην σύζυγος, κατά την στιγμή του θανάτου του, να κατέβαλε διατροφή που είχε καθοριστεί είτε με δικαστική απόφαση είτε με σύμβαση μεταξύ των πρώην συζύγων.
  4. Το διαζύγιο να μην οφείλεται σε ισχυρό κλονισμό της εγγάμου συμβιώσεως με υπαιτιότητα του αιτούντος τη σύνταξη.
  5. Να μην έχει τελεστεί άλλος γάμος.
  6. Το συνολικό ετήσιο ατομικό φορολογητέο εισόδημα να μην υπερβαίνει το ποσό των εκάστοτε καταβαλλομένων από τον ΟΓΑ ετήσιων συντάξεων στους ανασφάλιστους υπερήλικες.

   Το ποσό της σύνταξης που δικαιούται  ο/η διαζευγμένος/η καθορίζεται ως εξής:

  1. Σε περίπτωση θανάτου του/της πρώην συζύγου, το ποσό σύνταξης που δικαιούται ο χήρος ή η χήρα επιμερίζεται κατά 70% στον χήρο ή χήρα και 30% στο/η διαζευγμένο/η. Εάν ο έγγαμος βίος είχε διαρκέσει 25 έτη και άνω, το ποσό της σύνταξης του/της χήρας επιμερίζεται κατά 60% στον χήρο ή χήρα και κατά 40% στο διαζευγμένο/η.
  2. Σε περίπτωση περισσοτέρων του ενός δικαιούχων διαζευγμένων το αναλογούν κατά τα ανωτέρω ποσοστά ποσό σύνταξης επιμερίζεται εξίσου μεταξύ αυτών.

Επίσης, με τον ίδιο νόμο, παρασχέθηκε για πρώτη φορά η δυνατότητα συνταξιοδότησης από τους Οργανισμούς κύριας ασφάλισης, αρμοδιότητας Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, στις ασφαλισμένες μητέρες τέκνων με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω, καθώς και στους ασφαλισμένους/ες που έχουν σύζυγο ανάπηρο σε ποσοστό 80% και άνω, ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας με την πραγματοποίηση 7.500 ημερών εργασίας ή 25 ετών ασφάλισης. Στην περίπτωση των συζύγων που κάνουν χρήση της διάταξης, επιπρόσθετη προϋπόθεση είναι να υφίσταται κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για συνταξιοδότηση, τουλάχιστον 10ετής έγγαμος βίος.

  • N. 3029/2002 (ΦΕΚ Α’ 160/11-7-2002) με τον οποίο εκσυγχρονίστηκε το συνταξιοδοτικό καθεστώς και καταργήθηκε κάθε υφιστάμενη διαφοροποίηση λόγω φύλου στη συνταξιοδοτική προστασία.

Ειδικότερα:     

  1. Σε μητέρες ασφαλισμένες στο ΙΚΑ-ΤΕΑΜ (ο μεγαλύτερος ασφαλιστικός οργανισμός της Ελλάδας) οι οποίες αποκτούν παιδί από 1/1/2003 και εφεξής ή στους πατέρες, εφόσον το δικαίωμα αυτό δεν ασκηθεί από τις μητέρες, δόθηκε η δυνατότητα αναγνώρισης πλασματικού χρόνου ασφάλισης, προκειμένου να συμπληρώσουν τις ισχύουσες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης. Συγκεκριμένα, ο χρόνος που αναγνωρίζεται στην περίπτωση απόκτησης παιδιών από την προαναφερόμενη ημερομηνία και μετά, είναι ένα (1) έτος για το πρώτο παιδί, 1 και ½ για το δεύτερο και 2 έτη για το τρίτο (συνολικά 4 και ½ έτη ή 1.350 ημέρες ασφάλισης).
  2. Με τη συμπλήρωση 37 ετών ή 11.100 ημερών εργασίας δόθηκε η δυνατότητα συνταξιοδότησης σε ασφαλισμένους του ΙΚΑ- ΤΕΑΜ και των ειδικών ταμείων (π.χ ΤΑΠ-ΟΤΕ, ΟΑΠ-.ΕΗ, Ταμεία Τραπεζών κ.λ.π.) να θεμελιώσουν δικαίωμα συνταξιοδότησης, λόγω γήρατος, ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας, τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες.
  3. Για τους άνδρες ασφαλισμένους των Ειδικών Ταμείων μειώθηκε κατά δύο έτη το απαιτούμενο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης λόγω γήρατος, εναρμονιζόμενο με αυτό των γυναικών, ώστε οι ασφαλισμένοι (ανεξαρτήτως φύλου) των Ταμείων αυτών, οι οποίοι υπήχθησαν στην ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης από 1/1/1983 μέχρι 31/12/1992 να θεμελιώνουν δικαίωμα συνταξιοδότησης με τη συμπλήρωση του 58ου έτους της ηλικίας τους και 35 έτη ασφάλισης.

Νόμος 1329/83 (ΦΕΚ 25/Α/18-2-1983) με τον οποίο εκσυγχρονίσθηκε το Οικογενειακό Δίκαιο και προσαρμόσθηκε στην συνταγματική επιταγή της αρχής της ισότητας των δύο φύλων.

Ειδικότερα καταργήθηκαν:

η έννοια της πατριαρχικής οικογένειας και αντικαταστάθηκε με την οικογένεια της ισότητας.

ο θεσμός της προίκας και ορίστηκε ότι και οι δύο σύζυγοι υποχρεώνονται να συμβάλλουν, ανάλογα με τις δυνάμεις τους στην αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας.

Ορίστηκε ότι:

  • η γυναίκα διατηρεί το οικογενειακό της επώνυμο και μετά το γάμο υποχρεωτικά.
  • οι μελλόνυμφοι έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν πριν από το γάμο τους το επώνυμο των παιδιών τους που μπορεί να είναι είτε το επώνυμο του ενός των συζύγων είτε και των δύο.

Το 18° έτος είναι ο χρόνος ενηλικίωσης των νέων και κατώτατο όριο για την τέλεση γάμου και για τα δύο φύλα.

  • Η ανατροφή και εκπαίδευση των παιδιών πρέπει να γίνεται χωρίς διάκριση φύλου.
  • Η δυνατότητα «αξίωσης συμμετοχής» του καθένα από τους συζύγους στην περιουσία που αποκτήθηκε κατά τη διάρκεια του γάμου.
  • Η επιλογή συστήματος κοινοκτημοσύνης.
  • Ο εκσυγχρονισμός των διατάξεων του διαζυγίου και η θεσμοθέτηση του συναινετικού διαζυγίου
  • Η απόλυτη εξομοίωση των δικαιωμάτων των παιδιών που γεννήθηκαν «χωρίς γάμο» των γονιών τους με τα δικαιώματα των παιδιών που γεννήθηκαν «μέσα στο γάμο» και η νομική ενίσχυση της θέσης της ανύπαντρης μητέρας

ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ – ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

 Καθιέρωση ποσόστωσης ανά φύλο για την ισόρροπη συμμετοχή ανδρών και γυναικών στα υπηρεσιακά, διοικητικά συμβούλια ή άλλα συλλογικά όργανα της Διοίκησης

Με το άρθρο 6, παρ. 1, του Ν. 2839/2000 (ΦΕΚ 196/Α’/2000)  «Ρυθμίσεις θεμάτων του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και άλλες διατάξεις», διασφαλίσθηκε η ισόρροπη συμμετοχή ανδρών και γυναικών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στο Δημόσιο, στα Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ. καθώς επίσης και στους ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού. Πιο συγκεκριμένα, καθιερώθηκε η υποχρεωτική, κατ’ ελάχιστο στο 1/3, συμμετοχή κάθε φύλου στα υπηρεσιακά συμβούλια και στα συλλογικά όργανα του Δημοσίου, των Δημοσίων Οργανισμών και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Καθιέρωση ποσόστωσης ανά φύλο στα ψηφοδέλτια των Νομαρχιακών και Δημοτικών Εκλογών

Με το άρθρο 75, παρ. 1 του Ν.2910/2001 (ΦΕΚ 91/Α’/2.5.2001), καθιερώθηκε η υποχρεωτική, κατ’ ελάχιστο στο 1/3, συμμετοχή από κάθε φύλο ως υποψηφίων στα ψηφοδέλτια των Νομαρχιακών και Δημοτικών εκλογών.

Ποσόστωση των δύο φύλων στα ψηφοδέλτια των Δημοτικών και Κοινοτικών εκλογών

Με το άρθρο 34, παρ. 3 του Ν. 3463/2006 (ΦΕΚ 114/Α’/8.6.2006) «Κύρωση Κώδικα Δήμου και Κοινοτήτων» διατηρείτο η πρόβλεψη του Ν. 2910/2001 για την κατά το 1/3 συμμετοχή από κάθε φύλο στα ψηφοδέλτια των δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων, των συμβουλίων δημοτικού διαμερίσματος και τοπικών συμβουλίων. Το ποσοστό αυτό υπολογιζόταν ξεχωριστά για τα δημοτικά συμβούλια, τα συμβούλια των δημοτικών διαμερισμάτων και τα κοινοτικά συμβούλια. Ειδικά για τους υποψήφιους τοπικούς συμβούλους το ποσοστό του ενός τρίτου (1/3) υπολογιζόταν επί του συνολικού αριθμού των υποψήφιων της κατηγορίας αυτής που περιλαμβάνονταν σε κάθε συνδυασμό. Ο συνολικός αριθμός των υποψήφιων των συνδυασμών, που αντιστοιχούσε στο ένα τρίτο (1/3), όπως αυτό είχε υπολογιστεί ξεχωριστά για κάθε μια από τις παραπάνω κατηγορίες προσώπων, αρκούσε για το σύνολο των υποψηφίων κάθε συνδυασμού, χωρίς να ήταν αναγκαίο να επιμερίζεται ισομερώς σε καθεμία από τις ανωτέρω κατηγορίες υποψήφιων.

Εξάλλου, βάσει της παρ. 3 του άρθρου 18 με τίτλο «Υποψηφιότητες» Μέρος Β’ Πρώτος Βαθμός Αυτοδιοίκησης – Δήμοι, Κεφάλαιο Β’ «Εκλογική Διαδικασία» του νέου νόμου 3852/2010 (ΦΕΚ 87/Α’/7.6.2010) με τίτλο «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης – Πρόγραμμα Καλλικράτης» ορίζεται ότι: «Ο αριθμός των υποψηφίων δημοτικών συμβούλων, συμβούλων δημοτικής κοινότητας και συμβούλων τοπικής κοινότητας από κάθε φύλο ανέρχεται τουλάχιστον στο ένα τρίτο (1/3) του συνολικού αριθμού των μελών του δημοτικού συμβουλίου ή του συμβουλίου δημοτικής ή τοπικής κοινότητας που υπολογίζεται διακεκριμένα για κάθε δημοτικό συμβούλιο και κάθε συμβούλιο δημοτικής ή τοπικής κοινότητας. Τυχόν δεκαδικός αριθμός στρογγυλοποιείται στην αμέσως επόμενη ακέραιη μονάδα, εφόσον το κλάσμα είναι τουλάχιστον ίσο με το μισό της».

Επίσης, η παρ. 3 του άρθρου 120 «Υποψηφιότητες» Μέρος Γ’ Δεύτερος Βαθμός Αυτοδιοίκησης – Περιφέρειες, Κεφάλαιο Β’ «Εκλογική Διαδικασία» του ανωτέρου νόμου καθορίζει ότι «Ο αριθμός των υποψηφίων περιφερειακών συμβούλων κάθε συνδυασμού από κάθε φύλο πρέπει να ανέρχεται σε ποσοστό τουλάχιστον με το ένα τρίτο (1/3) του συνολικού αριθμού των μελών του περιφερειακού συμβουλίου. Τυχόν δεκαδικός αριθμός στρογγυλοποιείται στην αμέσως επόμενη ακέραιη μονάδα, εφόσον το κλάσμα είναι τουλάχιστον ίσο με το μισό της».

Με το άρθρο 4 του Ν. 3839/2010 (ΦΕΚ 51/Α’/29.3.2010) με τίτλο «Σύστημα επιλογής Προϊσταμένων οργανικών μονάδων με αντικειμενικά και αξιοκρατικά κριτήρια – Σύσταση Ειδικού Συμβουλίου Επιλογής Προϊσταμένων (ΕΙ.Σ.Ε.Π.) και λοιπές διατάξεις», αντικαταστάθηκε μεταξύ άλλων το άρθρο 161 με τίτλο «Εκπροσώπηση των Φύλων» (πριν το άρθρο 160 παρ. 3  του «Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.»(Ν. 3528/2007, ΦΕΚ/Α’/26/9.2.2007), ώστε να ορίζει ότι στα Συμβούλια των  άρθρων 157, 158 και 159 ο αριθμός των μελών που ορίζονται από κάθε φύλο ανέρχεται σε ποσοστό ίσο τουλάχιστον με το ένα τρίτο (1/3) του συνόλου των μελών που ορίζονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, εφόσον στην οικεία υπηρεσία υπηρετεί επαρκής αριθμός υπαλλήλων που συγκεντρώνει τις νόμιμες προϋποθέσεις για ορισμό και τα μέλη που ορίζονται είναι περισσότερα από ένα (1). Τυχόν δεκαδικός αριθμός στρογγυλοποιείται στην αμέσως επόμενη ακέραιη μονάδα, εφόσον το κλάσμα είναι τουλάχιστον ίσο με μισό της μονάδας. Ίδια πρόβλεψη αναφορικά με τα υπηρεσιακά συμβούλια των Ο .Τ.Α. ενσωματώνεται με την παρ. 5 του άρθρου 7 και στον Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων» (Ν.3584/2007, ΦΕΚ/Α’/143/28.6.2007).

Καθιέρωση ποσόστωσης για κάθε φύλο στις Βουλευτικές εκλογές

Με το άρθρο 34 του π.δ. 26/2012 με τίτλο «Κωδικοποίηση σε ενιαίο κείμενο των διατάξεων της νομοθεσίας για την εκλογή βουλευτών» κωδικοποιείται η υφιστάμενη νομοθεσία περί ποσοστώσεων στον αριθμό των υποψηφίων βουλευτών κατά φύλο, και πιο συγκεκριμένα τα άρθρα 34 του π.δ. 96/2007 («Κωδικοποίηση σε ενιαίο κείμενο των διατάξεων της νομοθεσίας για την εκλογή βουλευτών») και 3 του ν. 3636/2008 («Τροποποίηση του ν. 3231/2004 περί εκλογής βουλευτών»). Το σχετικό άρθρο ορίζει ότι:

«Για την ανακήρυξη των εκλογικών συνδυασμών αυτοτελών Κομμάτων, συνασπισμού συνεργαζόμενων Κομμάτων και ανεξαρτήτων, ο αριθμός των υποψηφίων βουλευτών, από κάθε φύλο, πρέπει να ανέρχεται σε ποσοστό τουλάχιστον ίσο με το 1/3 του συνολικού αριθμού των υποψηφίων τους, αντιστοίχως, σε όλη την Επικράτεια. Τυχόν δεκαδικός αριθμός στρογγυλοποιείται στην επόμενη ακέραιη μονάδα, εφόσον το κλάσμα είναι ίσο με μισό της μονάδας και άνω».

Καθιέρωση ποσόστωσης κατ’ ελάχιστο 1/3 για κάθε φύλο στη στελέχωση των εθνικών οργάνων και επιτροπών έρευνας και τεχνολογίας

Με το άρθρο 57 του Ν. 3653/2008 (ΦΕΚ Α’/21.3.2008) «Θεσμικό πλαίσιο έρευνας και τεχνολογίας και άλλες διατάξεις» καθορίζεται ποσοστό συμμετοχής των επιστημόνων κατ’ ελάχιστο 1/3 για κάθε φύλο στη στελέχωση των Εθνικών οργάνων και Επιτροπών Έρευνας και Τεχνολογίας, εφόσον οι υποψήφιοι διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα για την κάλυψη της σχετικής, κατά περίπτωση, θέσης.

Καθιέρωση ποσόστωσης για κάθε φύλο στις Ευρωεκλογές

Με το άρθρο 3 παρ.3 του Ν. 4255/2014(ΦΕΚ 89/Α’/11-4-2014) με τίτλο «Εκλογή μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και άλλες διατάξεις», καθιερώνεται για πρώτη φορά ποσόστωση για κάθε φύλο επί του αριθμού των υποψηφίων στις Ευρωεκλογές. Η διατύπωση του νόμου έχει ως εξής: «Για την ανακήρυξη των εκλογικών συνδυασμών κομμάτων ή συνασπισμού συνεργαζόμενων κομμάτων, ο αριθμός των υποψηφίων από κάθε φύλο πρέπει να ανέρχεται σε ποσοστό τουλάχιστον ίσο με το 1/3 του συνολικού αριθμού των υποψηφίων τους, αντιστοίχως. Τυχόν δεκαδικός αριθμός στρογγυλοποιείται στην επόμενη ακέραιη μονάδα, εφόσον το κλάσμα είναι ίσο με το μισό της μονάδας και άνω…»

Ν. 3454/2006(ΦΕΚ 75/Α/7-4-2006) «Ενίσχυση της οικογένειας και λοιπές διατάξεις» που ψήφισε πρόσφατα η Βουλή των Ελλήνων, σύμφωνα με τον οποίο παρέχονται οικονομικές ενισχύσεις και επεκτείνονται κοινωνικά πολυτεκνικά δικαιώματα σε γονείς με τρία (3) παιδιά.

Μεταξύ άλλων, προβλέπεται:

α) η καταβολή από το Δημόσιο εφάπαξ παροχής ύψους 2.000 ευρώ στη μητέρα που αποκτά τρίτο παιδί από 1.1.2006 και μετά, καθώς και για κάθε παιδί μετά το τρίτο,

β) η υποχρέωση των φορέων του δημοσίου τομέα να προσλαμβάνουν σε καθορισμένο ποσοστό γονείς οικογενειών με τρία παιδιά και τέκνα αυτών,

γ) η χορήγηση «Κάρτας πολιτισμού» σε γονείς και τα τέκνα οικογενειών με τρία παιδιά,

δ) η απαλλαγή από το τέλος ταξινόμησης αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης και για γονείς με τρία παιδιά όπως και

ε) η αναγνώριση της πολυτεκνικής ιδιότητας σε γονέα χωρίς σύζυγο, ο οποίος έχει τη γονική μέριμνα και επιμέλεια τριών τέκνων τα οποία είναι ανήλικα και άγαμα.

Με τον Κανονισμό Παροχών του Οργανισμού Περίθαλψης Ασφαλισμένων του Δημοσίου (ΟΠΑΔ) δεν υφίσταται πλέον καμία διάκριση λόγω φύλου στα μέλη της οικογένειας των άμεσα ασφαλισμένων, τα οποία δικαιούνται φροντίδας υγείας σε βάρος του ΟΠΑΔ (ΦΕΚ 213/ Β/17-2-2005).

 

Μειωμένη στρατιωτική θητεία για πολύτεκνους, τέκνα άγαμων μητέρων, κ.λ.π.

Σύμφωνα με το Ν. 3257/04 (ΦΕΚ 143Α/29-7-04) «Ρυθμίσεις θεμάτων προσωπικού των ενόπλων δυνάμεων και άλλες διατάξεις» όπως αυτός τροποποιεί διατάξεις του ΠΔ 292/2003 (ΦΕΚ 248Α) θα υπηρετούν τρεις μήνες (3) λιγότερο όσοι στρατεύσιμοι κατατάσσονται στις Ένοπλες Δυνάμεις και είναι τα μεγαλύτερα σε ηλικία τέκνα από τα συνολικά τουλάχιστον τρία (3) παιδιά της οικογένειάς τους (το ΠΔ 292/2003 όριζε τουλάχιστον τέσσερα (4) παιδιά). Εννέα μήνες μπορεί να υπηρετήσει ο γιος γονέα, ο οποίος είναι ανίκανος για κάθε εργασία ή έχει συμπληρώσει το 70ό έτος της ηλικίας του ή διατελεί σε χηρεία (το ΠΔ 292/2003 όριζε ως προϋπόθεση ότι ο γονέας αυτός δεν έχει άλλο ικανό για εργασία ενήλικο τέκνο, προϋπόθεση που αίρεται). Το ίδιο ισχύει και για το γιο θανόντος γονέα ή άγαμης μητέρας (το ΠΔ 292/2003 όριζε ως προϋπόθεση ότι ο γονέας αυτός δεν έχει άλλο ικανό για εργασία ενήλικο τέκνο, προϋπόθεση που αίρεται).

N. 3089/2000(ΦΕΚ 327/Α/2002) για την «ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή», με τον οποίο προβλέπονται οι όροι  και οι προϋποθέσεις για τη τεχνητή γονιμοποίηση και επιτρέπεται και στην άγαμη να αποκτήσει παιδί με αυτόν τον τρόπο.

image
https://isotita.gr/wp-content/themes/blake/
https://isotita.gr//
# B587A4
style1
paged
Loading posts...
/var/www/vhosts/w6506.syzefxis2/isotita.gr/
#
on
none
loading
#
Sort Gallery
https://isotita.gr/wp-content/themes/blake
on
yes
yes
off
on
off
el

Μετάβαση στο περιεχόμενο
Παρατηρητήριο Ισότητας Ποσόστωση σε Συμβούλια Νομοθεσία